Δεν ξέρω.. Έχω χάσει μέρες, ώρες, ανθρώπους, συναισθήματα. Δεν ξέρω, όλα τα βλέμματα είναι ίδια, τα λόγια ομόηχα, τα αγγίγματα ανούσια.
-Πως είσαι;
-Δεν ξέρω, όπως με βλέπετε..
Όλα κυλάνε και φεύγουν και πάνε κάπου και που δεν έχω ιδέα. Έχω κολλήσει.. Σε ένα τι; Σε ένα ΤΙ; Έχω κολλήσει.. Έχω..Απελπισία.. Έχει καθίσει ένας τόνος από μάρμαρο κι αλάτι πάνω μου, μέσα μου, γύρω μου.. Ένας τόνος.. Κι είναι μια ευθεία η ζωή όλων μας. Είναι ένα βήμα πιο κοντά στο τέλος κι ένα μακρύτερα απ το κέντρο της απροσδόκητης αλήθειας. Ερωτευόμαστε σαν την απουσία γαλάζιου στον τρεμάμενο ορίζοντα. Πενθώ την ταραχή μας όταν είμαστε μαζί και την απώλεια όταν είμαστε χώρια. Σχεδιάζω μάτια στο χαρτί να με καλύψει αφού δεν βλέπω, μάτια στην απόσταση μάτια και στη συγνώμη.. Τώρα κοιτάζω έντρομη τις ιστορίες τους, τις ανάσες, μέσα απ το χαρτί, τις διαμάχες.Θα σου μιλήσω απόψε σαν να υπάρχεις, έψαχνα όλη νύχτα στο πρόσωπο μου έναν συνομιλητή με ενδιαφέρον. Δεν έχω τίποτε σημαντικό να του πω μα αυτός ο κόμπος στο στέρνο είναι που με κάνει να βεβαιώνομαι πως κάτι λείπει. Θαυμάζω αυτή την ψυχρότητα, διαχέεται στον αέρα μια επιδίωξη μοναξιάς, χωρίς επιρροές αυτή τη φορά, κι όπως πάντα χωρίς ανάσα. Δεν θα σου πω ψέματα, ακόμα κάποια βράδια περιμένω να πάει τρεις για να κοιμηθώ, δεν είναι η συνήθεια, είναι που ακόμα περιμένω. Και περνάνε οι ώρες κι είναι σαν να μην έχει βραδιάσει ποτέ κι εγώ σαν να κοιμήθηκα ολόκληρο αιώνα. Τώρα μου περισσεύει το θάρρος που δεν είχαμε. Κάνε κάτι, έλα βρες με. Βρες με εσύ γιατί εγώ χάνομαι και δεν ανασαίνω και τα μάτια μου δεν αναγνωρίζουν αυτό που κοιτώ. Τρομάζω. Έλα.
-Πως είσαι;
-Δεν ξέρω, όπως με βλέπετε..
Όλα κυλάνε και φεύγουν και πάνε κάπου και που δεν έχω ιδέα. Έχω κολλήσει.. Σε ένα τι; Σε ένα ΤΙ; Έχω κολλήσει.. Έχω..Απελπισία.. Έχει καθίσει ένας τόνος από μάρμαρο κι αλάτι πάνω μου, μέσα μου, γύρω μου.. Ένας τόνος.. Κι είναι μια ευθεία η ζωή όλων μας. Είναι ένα βήμα πιο κοντά στο τέλος κι ένα μακρύτερα απ το κέντρο της απροσδόκητης αλήθειας. Ερωτευόμαστε σαν την απουσία γαλάζιου στον τρεμάμενο ορίζοντα. Πενθώ την ταραχή μας όταν είμαστε μαζί και την απώλεια όταν είμαστε χώρια. Σχεδιάζω μάτια στο χαρτί να με καλύψει αφού δεν βλέπω, μάτια στην απόσταση μάτια και στη συγνώμη.. Τώρα κοιτάζω έντρομη τις ιστορίες τους, τις ανάσες, μέσα απ το χαρτί, τις διαμάχες.Θα σου μιλήσω απόψε σαν να υπάρχεις, έψαχνα όλη νύχτα στο πρόσωπο μου έναν συνομιλητή με ενδιαφέρον. Δεν έχω τίποτε σημαντικό να του πω μα αυτός ο κόμπος στο στέρνο είναι που με κάνει να βεβαιώνομαι πως κάτι λείπει. Θαυμάζω αυτή την ψυχρότητα, διαχέεται στον αέρα μια επιδίωξη μοναξιάς, χωρίς επιρροές αυτή τη φορά, κι όπως πάντα χωρίς ανάσα. Δεν θα σου πω ψέματα, ακόμα κάποια βράδια περιμένω να πάει τρεις για να κοιμηθώ, δεν είναι η συνήθεια, είναι που ακόμα περιμένω. Και περνάνε οι ώρες κι είναι σαν να μην έχει βραδιάσει ποτέ κι εγώ σαν να κοιμήθηκα ολόκληρο αιώνα. Τώρα μου περισσεύει το θάρρος που δεν είχαμε. Κάνε κάτι, έλα βρες με. Βρες με εσύ γιατί εγώ χάνομαι και δεν ανασαίνω και τα μάτια μου δεν αναγνωρίζουν αυτό που κοιτώ. Τρομάζω. Έλα.