Σάββατο 29 Ιουνίου 2013

Απολογισμός χωρίς λογική.

Διάβασα την ανάρτησή σου και με έβαλες σε σκέψεις.
Τι να κέρδισα εγώ από το περσινό καλοκαίρι;
Ξεκινάω να φέρω στη μνήμη μου τις στιγμές του, το προσπερνώ
και πάω στο προηγούμενο.

Το περσινό καλοκαίρι δεν ήταν
τρεις μήνες με μπάνια, χορούς, γέλια - όσο κι αν αυτά υπήρχαν.
Ήταν ολόκληρο μια μεταβατική φάση.
Ήταν η φάση "αλλαγήπαρέαςκαισυνηθειών".
Ήταν η αρχή της φάσης "οπα,τιγίνεταιεδώ;", η οποία κράτησε
περίπου 6 μήνες. Έχει σχεδόν διαγραφεί από τη μνήμη μου.
Με ελάχιστες εξαιρέσεις.

Το φετινό καλοκαίρι, ήθελα πολύ να
έρθει. Απλά να μεταφερόμουν ένα χρόνο πριν, ή και δύο.
Ας πήγαινα στο καλοκαίρι του '11 και ας ξεκινούσαν όλα από
την αρχή. Έτσι, να έβλεπα τι θα γινόταν με λίγο διαφορετικούς
χειρισμούς και με τα καινούργια δεδομένα του χαρακτήρα μου.



Ελπίζω σε αυτό το καλοκαίρι. Πιστεύω σε αυτό το καλοκαίρι.

Χωρίζει δύο ΤΕΡΆΣΤΙΕΣ "εποχές". Το ερώτημα είναι να αφήσω
τα πάντα πίσω μου και να πάρω φόρα για "μπροστά" ή να συνεχίσω
έτσι και όπου με βγάλει; Μάλλον πάλι θα βρω μια μέση λύση.
Όπως πάντα...

Υ.Σ. Δεν είναι η πρώτη ούτε η τελευταία φορά που με βάζεις σε σκέψεις. Ευχαριστώ. :)

Παρασκευή 28 Ιουνίου 2013

(αν)άρτη(ί)ση

"Θα πάω να χτίσω μια φωλιά στον ουρανό, θα κατεβαίνω μόνο αν θέλω να γελάσω."
"Αυτό είμαι ο,τι κι αν κάνω, όσο αλλάζω χρόνο χάνω. Είμαι αυτό, για τόσο πάω."
"Πόσο να πιείς; Να δεις διπλά όσα και μόνα τους πονάνε."
"Κι είναι φορές που αναρωτιέμαι, πώς καταφέρνω και κρατιέμαι."
"Κι ας μην είναι σωστό, πάντα ο,τι σκεφτώ ΘΑ ΤΟ ΛΕΩ!"
"Δικαίωμα μου να ποντάρω λίγα, δικαίωμα μου να πηγαίνω πάσο."
"Άσε με να αναμετρηθώ μ' αυτά που σε πονάνε."
"Δε θέλω να μας δούνε, μισώ το μάτι τους."
"Ξέρω θα' ρθει η στιγμή και για σένα που όλοι οι δρόμοι θα βγάζουν σε μένα,
μα εγώ θα σου κρυφτώ."
"Αν σ' αγαπούν να μάθουν να το λένε, κι αν δεν στο πουν να μάθεις να το κλέβεις."
"Είχα πει πως θα αλλάξω, κι όσο αλλάζω σου μοιάζω"
...

Τετάρτη 19 Ιουνίου 2013

Το φτύσιμο των πάντων.

Νόμιζα ότι τα μασούσα και τα έφτυνα, αλλά τελικά τα κατάπινα και τα αποθήκευα όλα.
Τα αποθήκευα και έφτυνα πράγματα δικά μου. Πράγματα που χρειαζόμουν.
Άδειαζα σιγά σιγά και κάθε φορά που τα έφτυνα με κοίταζες στα μάτια
και μου έλεγες πόσο με χρειάζεσαι. Εγώ δε μιλούσα, παρά μόνο αηδίαζα.
Φόραγα το ψάθινο καπέλο μου και πήγαινα στη θάλασσα και έπαιρνα ένα
σφηνάκι να αναπληρώσω αυτά που έφτυνα αλλά πάλι μόνο αποθήκευα και αποθήκευα
και αποθήκευα ώσπου κάποια στιγμή το μυαλό και η καρδιά μου έσκασαν. Πρώτη η καρδιά.
Άφησε το μυαλό να κάνει κουμάντο. Πίκρα. Δε με αναγνώριζες ούτε κι εσύ, φαντάσου.
Και μετά έσκασε και το μυαλό. Ήταν πιο έυκολο να γεμίσει, όσο και να έφτυνα. Και από
την έκρηξη συναρμολογήθηκε κάτι άλλο που το κατάπια για να είναι στο λαιμό. Κάπου
ανάμεσα από την καρδιά και το μυαλό γιατί ήταν η ανάμειξη τους. Δεν πήγε ποτέ στο
στομάχι. Έμενε στο λαιμό και με εμπόδιζε από να καταπίνω οτιδήποτε άλλο. Αυτό ήταν καλό
γιατί δεν θα έσκαγε πάλι και δεν θα πονούσα. Αλλά με ανάγκαζε να τα φτύνω όλα. Κάποια
από αυτά δεν έπρεπε. Έπρεπε να τα καταπιώ και τα φυλάξω στο πίσω μέρος της κοιλιάς μου.
Αλλά με έκανε να καταλάβω ότι όποιος είπε ότι δεν πρέπει να δρας μόνο με τη καρδιά,
έλεγε μαλακίες. Μόνο η καρδιά μπορεί να σε σώσει. Δεν είδες εμένα; Τα κομμάτια του μυαλόυ
από την έκρηξη ενώθηκαν με της καρδιάς και με έκαναν να τα φτύνω όλα. Αποτυχία.
Βέβαια όταν η καρδιά ήταν στη θέση της και το μυαλό για μένα ήταν στην αφάνεια, κάποια
στιγμή έσκασε. Πάλι αποτυχία. Αλλά αλλού είναι το πόιντ. Έλα βρές το, πιάσε το νόημα.
Το νόημα είναι ότι ήταν προτιμότερη η έκρηξη, από το φτύσιμο των πάντων.
Όχι; Προσπάθησε να τα φτύνεις όλα για πολύ καιρό και έλα να μου πεις.
Ο οργανισμός θέλει φαί. Φτιάξε το δικό σου πρόγραμμα διατροφής.
Πάλι πάχυνα (;)

Δευτέρα 17 Ιουνίου 2013

Είχα πει πως θα αλλάξω, κι όσο αλλάζω σου μοιάζω.

Θυμάμαι που είχα πάει με τα παιδιά σε εκείνο το λοφάκι.
Εκείνο που είχε την πιο ωραία θέα που έχω δει ποτέ στη ζωή μου.
Έτσι για να λέμε και υπερβολές.
Και θα ήθελα να σε πάω. Όχι, άκυρο. Θα ήθελα να πάω εγώ.
Είσαι ο πρώτος άνθρωπος που μου ήρθε στο μυαλό για κάποιο λόγο.
Αλλά αμέσως μετά σκέφτηκα ότι εσύ δεν είσαι για αυτά.
Εσύ δεν πρόκειται να καταλάβεις τη σπουδαιότητα ενός τέτοιου μέρους.
Εσύ δε θα ερχόσουν ποτέ κάπου να κάτσεις σε ένα πέτρινο παγκάκι στη μέση του πουθενά,
κι όμως τόσο κοντά στον πολιτισμό, απλά και μόνο για να θαυμάσεις τη θέα.
Εσύ θες να πηγαίνουμε σε μέρη που έχει πολύ κόσμο.
ΕΣΥ θες άλλα πράγματα. Το θέμα είναι ότι ΕΓΩ αρχίζω και σου μοιάζω.
Και δε με νοιάζει να αλλάξω συνήθειες, με νοιάζει να μη χάσω τον εαυτό μου.
Δεν μπορώ να ελέγξω την αναπνοή μου κι αυτό με τρομάζει.
Είναι ΤΟΣΑ που θέλω να πω. Αλλά δε θα μιλήσω.
Δεν είμαι σε θέση. Δεν είμαι η κατάλληλη. Πάντα σε κάτι μειονεκτώ.
Πάντα κάτι δεν θα είναι "κανονικό".
Κι όσο δε γίνεται, η αναπνοή μου δε σταθεροποιείται, κι όσο δε σταθεροποιείται εγώ τρομάζω..
-3 days left-

Πέμπτη 13 Ιουνίου 2013

Δατς ολ φορκς.

  Και εγώ η γενναία, που λες, που το παίζω άνετη και δεν φοβάμαι το τέλος, τα΄χω κάνει πάνω μου.
Γιατί αύριο είναι η τελευταία μέρα που θα μπω εκεί μέσα ως μαθήτρια. Σε εκείνη την αίθουσα, σε εκείνο το θρανίο. Πρέπει κάποια στιγμή να βρω τις λέξεις και να εξηγήσω πώς αγαπάω και μισώ ταυτόχρονα αυτό το σχολείο. Απλά ήταν από τις πιο σημαντικές περιόδους της ζωής μου. Διαμόρφωσα τον χαρακτήρα που έχω.

  Έγραψα και δημοσίευσα το πρώτο μου άρθρο. Έμαθα να γράφω και να λατρεύω τις εκθέσεις. Γνώρισα ανθρώπους που θα τους κρατάω στο μυαλό μου όσο αντέχω, κάθε μέρα, σε κάθε δύσκολη στιγμή. Έτρεξα κλαίγοντας στην τουαλέτα και έμεινα εκεί κλειδωμένη μέχρι να χτυπήσει το κουδούνι. Μπήκα στην τάξη με πρησμένα μάτια και έμεινα ξαπλωμένη πάνω στο θρανίο για να μη με δει κάνεις. Οι περισσότεροι νόμιζαν ότι κοιμάμαι, δεν τους χάλασα αυτήν την εντύπωση. Πέρασα χαρές. Χοροπηδούσα όλη την ώρα στους διαδρόμους εξαιτίας ενός μηνύματος. Έτρεξα με χτυπημένο πόδι όλη την αυλή για να μη χάσω το βόλει με τα παιδιά και μου την πει ο Καράς. Έπαθα νευρικό γέλιο μέσα στην τάξη -όχι μία και δύο- και παραλίγο να αποβληθώ -δεν ξέρω τελικά γιατί ποτέ δεν έγινε. Πέρασα ΏΡΕΣ ολόκληρες στο γραφείο των καθηγητών. Πήγαινα με το παραμικρό. Μπορεί να τους έπρηζα, μπορεί και όχι. Τσακώθηκα στη μέση της αυλής και μέσα στην τάξη. Τραγούδησα δυνατά το εκάστοτε τραγούδι που είχε κολλήσει. Στεναχωρήθηκα για το γραπτό στο οποίο δεν τα πήγα καλά. Έμαθα να μιλάω, έμαθα να ακούω, μα πάνω απ' όλα έμαθα πότε πρέπει να σωπαίνω.

  Όσοι και να μου λένε ότι τώρα έρχονται τα καλύτερα δε μπορώ και δε θέλω να τους πιστέψω.
Γιατί... πώς να το πω; Έκανα το λάθος να κουβαλήσω εκεί το μειονέκτημα μου, το οποίο είναι να δένομαι εύκολα με τους ανθρώπους, και τώρα νιώθω ότι χάνω μια οικογένεια. Απλά αυτό.


Τετάρτη 5 Ιουνίου 2013

Συνέχεια στα όρια..



 Ήταν αυτή κι αυτός. Ήταν μαζί ένα πρωί που έβρεχε, ένα βράδυ με άπνοια και ένα ζεστό καλοκαιρινό μεσημέρι. Ήταν μαζί όταν μπορούσε αυτός και άντεχε εκείνη. Ήταν μαζί για λίγο και συνήθως σε κάποιο δωμάτιο ξενοδοχείου. Ήταν παντρεμένος. Ήταν ερωτευμένοι. Ήταν αυτή κι αυτός.
  Τύλιγε ένα μαντήλι στο κεφάλι της, έβαζε τα μαύρα γυαλιά της και πήγαινε να τον συναντήσει. Πρόσεχε να μην την αναγνωρίσουν. Παρολ' αυτά όταν ήταν να τον συναντήσει δεν την ένοιαζε τίποτα. Τις ώρες που ήταν μακριά του χάζευε, ξέχναγε να τρώει, δεν απαντούσε στα τηλέφωνα αν δεν ήταν αυτός στην άλλη γραμμή. Κάπνιζε. Κάπνιζε πολύ. Αλλά όταν τον συναντούσε όλα άλλαζαν.
  Με το μαντήλι και τα γυαλιά της καλούσε ένα ταξί και πολλές φορές δεχόταν περίεργες ματιές για την αμφίεσή της. Έλεγε τον προορισμό της -το εκάστοτε ξενοδοχείο- και ο κόσμος της, όταν έφτανε, γινόταν πιο όμορφος. Συνήθως την περίμενε στο δωμάτιο. Η επαφή τους ήταν τόσο ουσιαστική. Τόσο που σε έκανε να πιστεύεις ότι αν βλέπονταν περισσότερες ώρες θα ήταν οι πιο ευτυχισμένοι άνθρωποι στον κόσμο. Έμεναν μαζί κάποιες ώρες και ζούσαν τον έρωτά τους. Κλισέ φράση; Τη χρησιμοποιώ τονίζοντας τη λέξη "ζούσαν", γιατί όταν ήταν χώρια "πέθαιναν".
  Έμεναν στο κρεβάτι μέχρι που κάποιος από τους δύο πάντα έπρεπε να κάνει την αρχή. Να σηκωθεί, να ντυθεί και να φύγει. Όταν συνειδητοποιούσαν ότι έπρεπε να φύγουν η όψη τους άλλαζε, γίνονταν σκυθρωποί. Αλλά έπρεπε. Όταν ερχόταν το ταξί της, σταματούσε η ανάσα της. Του έδινε ένα φιλί και το κρατούσε στη μνήμη της σφιχτά ώσπου να τον ξαναδεί. Έβγαινε από το ξενοδοχείο και τότε ξανάβρισκε την ανάσα της, βαριά βέβαια. Έμπαινε στο ταξί ανέκφραστη. Δεν σκεφτόταν τίποτα άλλο παρά εκείνον, και τις στιγμές που πέρασαν μαζί.
  Αυτός έφευγε και ξαναπήγαινε στη δουλειά, προσπαθούσε να ξεχαστεί αλλά η μυρωδιά της ήταν ακόμα πάνω του. Γυρνούσε στην οικογένεια του και μισούσε τον εαυτό του που δεν μπορούσε να πει οικογένεια του και τη γυναίκα με την οποία ήταν βαθιά ερωτευμένος. Όταν γυρνούσε σπίτι απέφευγε τη "γυναίκα του". Ήθελε η εικόνα της αγαπημένης του να μείνει σώα στο μυαλό του.


  Ήταν αυτή κι αυτός. Ήταν δυο άνθρωποι. Ήταν ένας παράνομος έρωτας.
Συνέχεια στα όρια.

Κυριακή 2 Ιουνίου 2013

ο φόβος...

Φόβος παντού. Φόβος να μιλήσεις, να γράψεις, να σκεφτείς, να προτείνεις, να εκφραστείς, να αγαπήσεις, να μισήσεις, να είσαι διαφορετικός, να είσαι ίδιος, να γελάσεις με δύναμη, να κλάψεις ψιθυριστά, να μην ακολουθήσεις, να μείνεις σπίτι, να βγεις έξω, να γίνεις εσωστρεφής, να παραμείνεις εξωστρεφής, να φωνάξεις, να ουρλιάξεις, να στείλεις μήνυμα, να πετάξεις την τηλεόραση, να σπάσεις τον υπολογιστή, να αντιμιλήσεις στο επιφανειακά μεγαλύτερο, να ανοιχτείς στον διπλανό σου. Φόβος για όλα αυτά γιατί μπορεί τα καλούπια να έσπασαν αλλά στην εποχή μας το να φτιάξεις καινούργια απαιτεί χρόνο, σωστή μέθοδο, θυσίες. Θυσίες πολλές. Το να εστερνιστείς την άποψη του απέναντι σε γλιτώνει από όλο τον κόπο. Αλλά τσάμπα έσπασες το προηγούμενο σου καλούπι; Φόβος, φόβος, φόβος. Ζούμε στη εποχή που σου προκαλεί φόβο το να μη φοβάσαι. "ΤΙ; Δενβλεπειςτηλεορασηκαιπωςενημερωνεσαιγιατανεατιςαρρωστιεςτηνπολιτικητακουτσομπολιατιςμαλακιες;","ΤΙ;Δενδιαβαζειςπωςθαμπειςσεμιακαλησχοληναπαρειςπτυχιοκαιμεταναφαςτασκαταμεδιπλωμα;" "ΤΙ;Μαλωσεςμετουςφιλουςκαιτωρατιθακανειςμονησουεπρεπενακραταςμεσασουο,τικαινασεπειραζε" Βρε δεν πάτε να ξεστραβωθείτε λέω εγώ; Γαμώ τα καλούπια που απέμειναν, που όσο και να προσπαθούμε δεν σπάνε. Αυτά τα στερεότυπα. Αυτά που μας σταματάνε στο δρόμο προς το όνειρο μας και μας σκοτώνουν εν ψυχρώ. Θα σπάσετε κάποια στιγμή, σας το λέω. "Και να θυμάμαι πως αυτό το σκηνικό, είμαι μικρός ΠΟΛΎ ΜΙΚΡΌΣ ΓΙΑ ΝΑ Τ' ΑΛΛΆΞΩ." Εγώ τον κόσμο μου θα τον αλλάξω. Εν ανάγκη θα ανέβω ξανά στο ροζ μου συννεφάκι και θα πάρω μαζί μου όσους μπορώ. Θα είναι πιο συχνές οι πτώσεις βέβαια, άλλα εγώ θα κρατιέμαι γερά. ΦΌΒΟΣ! Παντού. Φόβος για τον χρόνο που τρέχει, για τις στιγμές που χάνεις, για τα χαμόγελα που δεν έδωσες και δεν σου δόθηκαν. Για τις δανεικές ματιές που ακόμα στις χρωστάνε. Για τις μέρες που ήξερα ότι θα ξεχαστούν και ξεχάστηκαν. Για τις μέρες που ζω και δεν τις εκτιμώ. Δεν θα τις εκτιμήσω ποτέ. Για αυτό που είδα από το παράθυρο και με τρόμαξε. Για την απόφαση που θα πάρω και θα την τηρήσω. Γιατί θα την πάρω. Δεν αργώ. Θα γίνει, κι ας χάνονται οι μέρες. Γιατί δεν γράφω πια το ίδιο. ο ΦΌΒΟΣ! Αυτός.

Σάββατο 1 Ιουνίου 2013

Στον Αντώνη..

Θυμάσαι τότε που αποφασίσαμε να γράψουμε ένα βιβλίο μαζί;
Εγώ έχω κρατήσει ακόμα τα χαρτιά!
"που ποτέ μα ποτέ, δεν τελειώνω ο,τι αρχίζω.."

Πώς ξεκίνησαν όλα, ή πρόλογος αν θέλετε.

  Ένιωθα ότι κάτι έπρεπε να κάνω. Δεν μπορούσα απλά να τον κοιτάω χωρίς να βάλω το θάρρος μου να λειτουργήσει και για τους δυο μας. Βέβαια πόσο θάρρος να διαθέτει ένα κοριτσάκι 4 χρονών; Είναι η απώλεια φόβου που κάθε μικρό παιδί κρύβει μέσα του. Μόνο που εγώ, από τη φύση μου, εξωτερίκευα κάθε τι που κάποιος άλλος δεν θα έκανε. Αυτός ο κάποιος στη συγκεκριμένη περίπτωση ήταν ο Αντώνης, ο οποίος κλαίγοντας είχε πιαστεί από την αγκαλιά της μαμάς του και δεν έλεγε να ξεκολλήσει. Εκεί ένιωθε ασφάλεια, εκεί ήταν σίγουρος για τον εαυτό του, όπως και όλα τα παιδιά σε αυτή την ηλικία.
  Εγώ, λοιπόν, ως "ατρόμητη" πήγα κοντά του, λίγο διστακτικά ίσως. Δεν ήμουν σίγουρη για αυτό που έκανα, άλλα ήμουν σίγουρη πως η συνέχεια θα ήταν συναρπαστική.  "Αντώνη, έλα άσε τη μαμά σου, πάμε να παίξουμε". Οι λέξεις βγήκαν από το στόμα μου τόσο αβίαστα. Το χαμόγελο, σχεδόν γέλιο, της μητέρας του και των δασκάλων μας με έκαναν να καταλάβω πως μάλλον είχα πράξει σωστά. Το κλαμένο βλέμμα του Αντώνη που με κοίταζε με απορία ήταν η πρώτη ένδειξη εμπιστοσύνης που ένιωσα ποτέ από εκείνον. Σιγά σιγά με αργές κινήσεις η απόσταση μεταξύ τους μεγάλωνε και η δική μας μίκραινε μέχρι που ο Αντώνης μετά από αρκετή ώρα παρακαλετών προς τη μαμά του για να μη φύγει στάθηκε μόνος του φοβισμένος αλλά παράλληλα πρώτη φορά θεωρητικά "μακριά" της και κινήθηκε προς το μέρος μου. Το χέρι μου απλώθηκε προς το μέρος του και ένιωσα ένα σφιχτό κράτημα σαν να μου έλεγε: "Από τώρα και στο εξής μη με αφήσεις ποτέ μόνο μου". Αυτό είχα σκοπό να κάνω. Να τον κρατάω για πάντα σφιχτά από το χέρι σαν είναι φοβισμένος την πρώτη μέρα στο προνήπιο.
  Αυτό το περιστατικό σηματοδότησε τη μέχρι τώρα ζωή μου. 10 χρόνια μετά και ακόμα νιώθω ότι εκείνο το πρωινό ο Αντώνης με χρειαζόταν όπως ακριβώς τον χρειαζόμουν και εγώ όλα τα υπόλοιπα χρόνια. Τον χρειαζόμουν τόσο απλά, τόσο πολύ, τόσο δειλά. Σαν ένα φοβισμένο παιδάκι περίμενα να με πιάσει από το χέρι και να με πάρει μακριά να παίξουμε, να γελάσουμε, να αισθανθούμε ελεύθερα. Εκείνη η μέρα είναι χαραγμένη στην καρδιά μου γιατί βρήκα τον καλύτερο μου φίλο στα κλαμένα μάτια του μικρού Αντώνη που δεν ξεκόλλαγε από την αγκαλιά της μαμάς του.





Υ.Σ. μια μέρα θα το τελειώσουμε.