Τετάρτη 28 Οκτωβρίου 2015

"παπαγαλίες"

'Εγώ τη διάβαζα τότε. Αυτή έγραφε. Μέχρι που μια μέρα σταμάτησε να γράφει. Έψαχνα τις λέξεις και τις μυρωδιές της. Πουθενά. Διάβαζα τις λέξεις που είχε γράψει παλιά και τις ρωτούσα μήπως ξέρουν που είναι οι καινούριες. Πουθενά. Σταμάτησα κι εγώ να ασχολούμαι μήπως δει το σύμπαν ότι κέρδισε και μου τις στείλει. Πουθενά.
 Μια μέρα έγραψε. Άργησα να το δω γιατί είχα κουραστεί να ψάχνω. Οι λέξεις της ήταν καταθλιπτικές. Όχι η όμορφη και γοητευτική θλίψη. Μια μιζέρια διάχυτη. Ήταν δανεισμένες οι λέξεις της. Από κάποιον μορφωμένο. Η φρεσκάδα της είχε πάει περίπατο. Τετριμμένες λέξεις. Λέξεις επιστήμονα. Λέξεις χιλιοφορεμένες. Σαν από σχολικό βιβλίο. Σαν από... σχολικό βιβλίο; Και τότε έμαθα. Είχε σταματήσει να γράφει. Διάβαζε. Για να γίνει μεγάλη και τρανή. Και τότε είπα πως άμα θέλει να γίνει μεγάλη και τρανή ας διαβάσει. Θα θυσιαστώ και δε θα προσμένω τις λέξεις της. Ή δε θα μου κακοφαίνονται οι καινούριες της λέξεις που είναι τετριμμένες. Γιατί μετά θα μάθει και οι λέξεις της θα είναι οι πιο όμορφες όλου του κόσμου. Γιατί από ο,τι μου έχουν πει οι λέξεις της, είναι σαφές ότι θέλει να γίνει συγγραφέας. Αλλά γιατί να χαραμίσει τις φωτεινές τις λέξεις για τις άλλες τις δανεισμένες; Και τότε έμαθα. Θα γινόταν κάτι άλλο, για να έχει λέει να φάει. Είπε χαρακτηριστικά "Τι θα τρώω; Τις λέξεις μου;" Και τότε οι λέξεις έκλαψαν γιατί είχαν καταλάβει. Τις πρόδωσε και φύγανε. Και μείνανε μόνο οι άλλες. Οι κρύες. Και τότε κατάλαβα και εγώ. Και είπα "Εφόσον επιθυμείς την εξασφάλιση της τροφής σου πράττεις με σύνεση αγαπητή μου." Για να καταλάβει. Και μου έφυγε ένα δάκρυ αλλά το σκούπισα γιατί ήθελα να είναι ευτυχισμένη.
 Ο καιρός πέρασε. Οι λέξεις της ξεθώριασαν. Κάποιος κάποτε μου είπε ότι τις κρατούσε στο μυαλό της γιατί τις μάθαινε "παπαγαλία". Κούνησα το κεφάλι μου γιατί δεν κατάλαβα. Αλλά της είχα εμπιστοσύνη. Οι λέξεις μου μαράζωσαν γιατί έκαναν παρέα με τις δικές της, και τους είχαν λείψει. Τη φαντάζονταν μεγάλη και τρανή και το έγραφαν σε τοίχους και παγκάκια. Φόρο τιμής σ' αυτή που τις ενέπνευσε.
 Τρίτη πρωί. Πέντε χρόνια μετά. Το μάτι μου δεν είχε ακόμα ανοίξει. Νιώθω μια παρουσία δίπλα μου. Χωρίς να γυρίσω να κοιτάξω παραγγέλνω τον καφέ μου. "Μια ειλικρινής καλημέρα θα σε βοηθούσε περισσότερο από την καφεΐνη. Μπορώ να σου προσφέρω είτε ένα χαμόγελο είτε ένα κεκάκι." Και τότε οι αναμνήσεις μου ούρλιαξαν και άρχισαν να τρέχουν μέσα στο κεφάλι μου και να φωνάζουν όλα τα κείμενα της δυνατά και να βάζουν φωτιά στις κρύες λέξεις και στις "παπαγαλίες". Οι λέξεις μου τρελάθηκαν και συγκλονίστηκαν και εμπνεύστηκαν. 
 Ήταν αυτή. Δεν είχαμε γνωριστεί ποτέ από κοντά. Ήξερα μόνο δύο βασικά πράγματα για αυτή. Πώς έμοιαζε και πώς έγραφε. Έγινε λοιπόν μεγάλη και τρανή; Για αυτό παράτησε τις λέξεις της; Για να μοιράζει τσάι και χαμόγελα; Και τότε έμαθα. Πήρε το πτυχίο της. Οι λέξεις μου καμάρωναν. Δε βρήκε όμως δουλειά. Οι λέξεις της όμως είχαν φύγει γιατί τις προσέβαλε, και ήθελε να τρώει, και οι λέξεις της ήταν τετριμμένες. Έδωσα και εγώ λοιπόν υπόσχεση ότι δε θα αφήσω τις λέξεις μου να πάθουν τίποτα, κι ότι πάντα αυτές θα διαλέγω. Ο χρόνος γέλασε... γιατί ήξερε. Και τότε έμαθα κι εγώ.

"Το χαμόγελο θα διαλέξω. Το κεκάκι φάτο εσύ. Μιας κι αυτός ήταν ο στόχος σου εξ αρχής. Καλημέρα."

2 σχόλια:

  1. Νιώθω πόσο μεγάλος είναι αυτός ο φόβος των λέξεων που χάνονται. Αυτό μου θύμισες αυτήν την φορά, τον φόβο του να χάνεις τις λέξεις και να μην μπορείς να τις βρεις, και όχι μόνο αυτό, αλλά και να μην μπορείς πια να διαβάσεις τις γοητευτικές λέξεις άλλων που για πολύ καιρό ήταν πρότυπο σου, οι λέξεις τους,τα κείμενα τους και οι ιστορίες τους. Και για να γίνεις "μεγάλη και τρανή " να φεύγουν και οι λέξεις, και τα χρώματα στις παλέτες και να φευγουν και οι εικόνες σου,αυτές που ήλπιζες ότι όταν τις έφτιαχνες ήταν πρωτότυπες και δημιουργικές. Και τώρα το αμφισβητείς αυτό ακόμα περισσότερο.
    Δεν ξέρω αν χαίρομαι ή λυπάμαι που μου θύμισες αυτήν την πικρή αλήθεια, που πια υπάρχει λόγω της μεγαλομανίας και των προτύπων που μας προβάλλουν.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Νιώθω πόσο μεγάλος είναι αυτός ο φόβος των λέξεων που χάνονται. Αυτό μου θύμισες αυτήν την φορά, τον φόβο του να χάνεις τις λέξεις και να μην μπορείς να τις βρεις, και όχι μόνο αυτό, αλλά και να μην μπορείς πια να διαβάσεις τις γοητευτικές λέξεις άλλων που για πολύ καιρό ήταν πρότυπο σου, οι λέξεις τους,τα κείμενα τους και οι ιστορίες τους. Και για να γίνεις "μεγάλη και τρανή " να φεύγουν και οι λέξεις, και τα χρώματα στις παλέτες και να φευγουν και οι εικόνες σου,αυτές που ήλπιζες ότι όταν τις έφτιαχνες ήταν πρωτότυπες και δημιουργικές. Και τώρα το αμφισβητείς αυτό ακόμα περισσότερο.
    Δεν ξέρω αν χαίρομαι ή λυπάμαι που μου θύμισες αυτήν την πικρή αλήθεια, που πια υπάρχει λόγω της μεγαλομανίας και των προτύπων που μας προβάλλουν.

    ΑπάντησηΔιαγραφή