Σάββατο 1 Αυγούστου 2020

21

Είμαστε τα παιδιά του glam.
Βασικά είσαι το παιδί του glam
και κλέβουμε από εσένα 
όσοι είμαστε δίπλα σου. 
Κλέβουμε και την παιδικότητα και το glam.

Ένα παιδί τόσο διαφορετικό από τα άλλα, όμως ακόμη παιδί. Ανυπόμονο, ευέξαπτο, πονηρό, μικρό, ευαίσθητο, φωτεινό, χαρούμενο. Παιδί.

Ένα παιδί που πρέπει να ελίσσεται ανάμεσα σε κινδύνους, στεναχώριες, ατυχίες, νεύρα, εμπόδια και να βγαίνει όλο και πιο φωτεινό. Το μόνο που χρειάζεται είναι τέσσερις ρόδες, και μια όρεξη που να πηγάζει από την ψυχή ώστε να τα καταφέρει. Ελπίζω το μέσο πλέον να σε βοηθήσει ώστε να δραπετεύσεις από κάθε τι κακό, παιδικά και με μια θαρραλέα αθωότητα. Στρώσε το δρόμο, σου κράτησα ήδη αρκετά το χέρι, ξέρω ότι ήδη μπορείς και μόνη σου... Δεν θα πέσεις.

Το παιδί που ακούει δυνατά τη μουσική. Πολύ δυνατά. Το δεύτερο μέσο για να εκφράζεσαι όταν δεν μπορείς να μιλήσεις. Η μουσική. Μπορείς να πεις ο, τι θέλεις με τη σωστή επιλογή τραγουδιού. Να φυλάς τους δίσκους σου. Θα συναντιόμαστε για πάντα λίγο πριν το 98 και θα ακούμε τα δικά μου. Που γίνονται και δικά σου για ευνόητους λόγους.

Ας κοιμάσαι νωρίς όταν είμαι εκεί, ας μου σπας τα νεύρα με τα νεύρα σου, ας τρώω κι εγώ μαζί σου το γλυκό πριν το αλμυρό, ας μου λες ότι δεν είμαι αστεία γελώντας, τα απολαμβάνω όλα οικτρά. Το παραδέχομαι. 

21 γιατί έτσι. Παιδί γιατί έτσι. Ευτυχισμένη γιατί έτσι. Νευριασμένη γιατί έτσι. Ευθαρσώς πανέμορφη γιατί έτσι. Υπέροχη γιατί έτσι. Εσύ. 

Να συνεχίσεις μέχρι τα εκατό, έτσι κι αλλιώς "καλά αυτές οι δύο, ακόμα μαζί θα ήτανε παιδί μου". Βρες την ηρεμία σου στους ανθρώπους σου. Κι αν δεν μπορείς χάλασε τους και τη δική τους να είστε ίσα. Να χαρείς τα δώρα σου κι εγώ εσένα.



Σ' ευχαριστώ. 
Σ' αγαπάω. 

Κυριακή 16 Φεβρουαρίου 2020

μια αποδυναμωμένη, ας πούμε

Κι ας έρχεται η δύναμη από μέρη που δε τολμάς να φανταστείς, 
πάντα σε κάνει να δείχνεις όμορφη. Η δύναμη.
Ας πούμε, από την Κηφισσιά. Ας πούμε, 
"ποτέ να μην αρνείσαι, σε εκείνον που ποθεί,εκείνο που ποθεί".

Ας πούμε ότι η χαρά είναι συναίσθημα.
Κι ας πούμε ότι είναι και όνομα.
Για φαντάσου, μόνο να φανταστείς σου ζητώ,
ο άνθρωπος αυτός, που του δόθηκε τυχαία,
που η ονοματοδοσία έγινε για λόγους που πια δεν έχουν καν σημασία,
να γνωρίζει αυτό το συναίσθημα.
Να το αφουγκράζεται. Να το μεταδίδει. Να είναι χαρά. 
Να ντύνεται χαρά. Να καπνίζει και να πίνει χαρά. Να σου μιλάει χαρά. Να σε αγγίζει χαρά.

Μόνο να φανταστείς σου ζητώ.

Και πώς καταφέρνεις να γίνεις εσύ, 
εσύ που μόνο λύπη θυμάσαι να θυμίζεις, 
εσύ που μόνο λύπη πιστεύεις ότι μυρίζει
στα σώματα αυτών που λύγισαν, 
χαρά;

Και πώς εξηγείς με λόγια παρ' όλα αυτά μικρά,
ότι 8 του μήνα θα είσαι λύπη και 10 του μήνα χ α ρ ά;
Πώς εξηγείς με λόγια μικρά, ότι δε μπορείς να μην;
Με ποιό τρόπο κάνεις κατανοητή αυτή τη λύπη,
που δεν έχει σχέση με κανέναν άλλον,
αλλά δυστυχώς, 
μόνο 
με σένα;

Και ας πούμε ότι εξηγείς.
Ας πούμε ότι γίνεται κατανοητή αυτή η ακατανόητη έλξη
για συναισθηματική εξαίρεση,
ακόμα υπάρχει το ερώτημα,
πως στο διάολο γίνεσαι χαρά;

Και πάντα η απάντηση θα είναι



"δε γίνεσαι".



Περιμένεις να έρθει 10 του μήνα 
για να σου θυμίσει η μέρα ότι μόνο με αυτόν τον τρόπο μπορείς
να 
νιώσεις
να είσαι
να ντύνεσαι
να πίνεις και να καπνίζεις 
να μιλάς και
να αγγίζεις 




χαρά.







*στην αγάμη.

Τρίτη 14 Ιανουαρίου 2020

Μεγάλωνα. Εγώ.

Το ότι εγώ μεγάλωνα για σένα,
το ότι ΕΓΩ μεγάλωνα για ΣΕΝΑ,
δε μπορεί να αποκαλύπτει τόσο εύκολα,
μόνιμε και παντοτινέ μου αναγνώστη,
ποιος είσαι εσύ.

Εσύ, αυτός για τον οποίο εγώ μεγάλωνα,
είσαι ο κάθε εσύ.
Είσαι ο κάθε προηγούμενος,
και ο κάθε επόμενος.
Είσαι η ίδια σου η έννοια.
Είσαι το ίδιο το συναίσθημα που αποπνέει
η λέξη που σου δόθηκε για να σε χαρακτηρίζει.
Εσύ.

Ο ιδανικός εσύ.
Ο ονειρικός.
Ο πάντα ίδιος
και πάντα διαφορετικός.
Ο αξεπέραστος.
Ο ένας.
Αλλά ποτέ ένας και ποτέ αξεπέραστος.
Ο πάντα σωστός. Ο εύκολος.
Ο καταπληκτικά δύσκολος και ξεκαρδιστικά λάθος.
Ο ακούραστος.
Ο τόσο γλυκός όταν τα παρατάει.
Ο χαμογελαστός.
Ο πιο μαγικά, απλά και σωστά
αγέλαστος.
Ο συγκινητικά υπομονετικός.
Ο πιο τρανταχτά ανυπόμονος άνθρωπος που γνώρισα ποτέ.
Ο εσύ που δε γνώρισα ακόμα.
Ο εσύ που ήξερα κάποτε.
Ο εσύ που ήθελα να είσαι.
Ο εσύ που δεν μπορώ να ορίσω.
Ο εσύ που μιλάω για σένα σε πέντε αράδες
και
παγώνουν τα χέρια μου.
Κι ας μη σε ξέρω,
κι ας σε ξέρω τόσο καλά που με αρρωσταίνει.
Κι ας μη σε έχω δει ποτέ,
κι ας έχω βαρεθεί να ξυπνάω δίπλα σου.
Εσύ, αυτός που μεγάλωσα, για να είναι εσύ.

Όχι που

Όχι που τρέμω το σταυρό,
αλλά που δε μπορώ να βρω
χρυσά καρφιά που να αξίζουν τη θυσία.

Ανέκαθεν αυτό έτρεμα.
Τα καρφιά, που δε θα μπορέσουν
ποτέ,
μα ποτέ,
να αντέξουν το βάρος μου.
Παρόλο που η διπλωματία μου στροφάρει πιο γρήγορα
κι από το ένστικτο επιβίωσης μου,
δε μπορώ -κάθε φορά- να τα δικαιολογώ.
Να τα παινεύω.
Να τα ρίχνω όλα -μα όλα- στο δικό μου,
πάντα δειλό και φοβισμένο,
βάρος.

Ίσως,
πίσω από την προσπάθεια μου να εφευρίσκω τις τέλειες δικαιολογίες για τα καρφιά μου, να βρίσκεται ένα κεφάλι αγύριστο, που δε με αφήνει να πώ "έκανα λάθος".

Το να εμμείνω στο λάθος μου σα σωστό, 
είναι πολύ πιο εύκολο από το να

τα τραβήξω με βία από τα χέρια μου,

και να αφήσω

"τις πληγές μου ανοιχτές χαρά να τρέχουνε."