Δευτέρα 30 Νοεμβρίου 2015

Στη μη λαχτάρα

Δεν εκτιμούσες τα ποιήματα.
Ούτε εγώ τα αγαπούσα. Θα' πρεπε.
Τώρα στο τέλος,
μόνο αυτά θα έμεναν,
να φωτίζουν τις σκοτεινότερες στιγμές μας.
Ευγενικά και απροκάλυπτα.
Τα καλύψαμε τα ποιήματα
που θα μπορούσαν να έχουν γραφτεί.
Με χώμα, οργή και δάκρυα.
Κι ούτε που τα λαχταρίσαμε ποτέ.
Είχαμε το "τότε",
κι ούτε που σκεφτήκαμε τι θα συμβεί μόλις αυτό μας αφήσει.
Σκοτάδι.
Περάσαν οι μέρες. οι στιγμές, οι χαρές κι οι λύπες
και πέρασε χαραγμένο στο υποσυνείδητο,
εκείνο, το ανολοκλήρωτο.
Κι ούτε θελήσαμε να το εξερευνήσουμε
Να βρούμε, τα πώς και τα γιατί.
Γιατί πονάει.
Και το σκοτάδι βολεύει
Κρύβει απαγορευμένες εκφράσεις και συγκινήσεις.
Κρύβει τη φθορά.
Κρύβει τη λαχτάρα.

Στη μη λαχτάρα μας επ' άπειρον, λοιπόν...

Τετάρτη 25 Νοεμβρίου 2015

Κάτι "παιδιά"

 Είναι αυτά τα "παιδιά" που είναι στην άκρη του δρόμου περιμένοντας σε. Προσέχοντας μην κάνεις λάθος, μην πέσεις, μην πληγωθείς και μην πληγώσεις. Τα αποκαλώ παιδιά γιατί έχουν όλα αυτά τα ανεκτίμητα χαρακτηριστικά που δημιουργούν ένα περίγραμμα από φως γύρω τους. Μπορεί να είναι στην ηλικία μου, μικρότερα, μεγαλύτερα ή και αρκετά μεγαλύτερα. Κι όμως ο όρος "παιδί" είναι ο κατάλληλος. Έχουν μια φρεσκάδα διάχυτη και οι λέξεις που γράφουν προς ή για εμένα λάμπουν. Με κάνουν να θέλω να τους ακολουθήσω. Λατρεύω τις ιδέες τους και τον τόνο της φωνής τους. Τους βλέπω έξω, γύρω από μικρά τραπεζάκια που κολλάνε επειδή τα ποτά τους χύθηκαν. Σε σινεμά στο κέντρο και τους έχω συνδέσει με το κόκκινο του βελούδου. Μέσα σε αίθουσες να προσπαθούν να μου ανοίξουν το μυαλό. Ή... και πουθενά.

Αυτούς απ' το "πουθενά", τους συναντώ πιο συχνά από όλους τους υπόλοιπους. Τους συναντώ στις πιο τρελές μου σκέψεις, σε πεντάλεπτες -γεμάτες νόημα- συζητήσεις, σε στιγμιαίες αποφάσεις. Είναι αυτοί που χωρίς να το ξέρουν μου έχουν μεταδώσει ισχυρά μαθήματα επιθυμίας και ζωής. Ανεξαρτησίας και ζωντάνιας. Τσαγανού και ελπίδας. Και τους ευχαριστώ. Και θα τους το χρωστάω.

Όλα αυτά τα "παιδιά" μου μοιάζουν και κυρίως τους μοιάζω. 'Εχουν διαμορφώσει το χαρακτήρα μου και δε σταματούν να το κάνουν.

Είναι κι αυτή η ανακούφιση, όταν έχεις κάποιον εκεί να λες που και που ένα κάτι/τίποτα/τα πάντα.

Τρίτη 3 Νοεμβρίου 2015

νιότη

 Ήμασταν λέει όλοι νέοι και χορεύαμε, πίναμε, φωνάζαμε, γλεντούσαμε και χαιρόμασταν. Ήρθε μετά κάτι στην πλάτη μας και μας βάραινε και δεν μπορούσαμε να χορέψουμε και τρίζαν οι αρθρώσεις μας από το βάρος και υποφέραμε. Ήταν ο χρόνος. 
 Και το τοπίο άλλαξε και οι τοίχοι έγιναν γκρι ποντικί. Η φθορά έκανε τ' αυτιά μας να βουίζουν. Τα κόκαλά μας έτρεμαν και μας φαινόταν αστείο. Το δέρμα μας ζάρωσε και λυπηθήκαμε. Τα βλέπαμε όλα σαν ένα ατέρμονο παιχνίδι. Επιλέξαμε να παίξουμε με τη ζωή και η τελευταία πίστα είναι η πιο δύσκολη κι αυτό μας εξιτάρει. 
 Πόσο μαγευτική είναι η νιότη γαμώτο; Πόσο ποιητικά μεθυστική; Πόσο δίκιο έχεις τελικά ότι δε με απασχολούν ακόμα τα θέματα απώλειας της νιότης; Τρέχει μέσα στα χέρια μας, ανάμεσα απ' τα δάχτυλά μας και τη σπαταλούμε με κάθε δυνατό τρόπο. Μέσα σε σκοτεινά στενάκια, ανάμεσα σε σοβαρές συζητήσεις, με τσιγάρα βαριά και φτερό την καρδιά, σε προβλεπόμενα βλέμματα, σε βιβλία και τετράδια και στυλό πολύχρωμα, σε αρρωστημένους έρωτες και πιεστικές αγκαλιές. 
 Δε φανταζόμασταν ότι τα μέρη που αγαπήσαμε, οι αίθουσες, οι δρόμοι, οι λερωμένοι καναπέδες, θα μας κοίταζαν κάποτε με ουδετερότητα και θα' ταν ο κόσμος μας τόσο οικείος και τόσο μη οικείος ταυτόχρονα. Σκέψου, δε σταθήκαμε ούτε μια στιγμή να σκεφτούμε το "μετά" της φουριόζικης νιότης μας. Μα τι σημαίνει νιότη; Μπορεί η παλιά κατάσταση να αντικαταστήθηκε από μια καινούρια, μια αλλιώτικη νιότη. Και μπορεί το αύριο που θα έρθει, και θα επισκιάσει αυτό που τώρα μας κάνει χαρούμενους, να είναι άλλη μια έκφανση της νιότης.
 Νιότη είναι το χαμόγελό σου όταν σε πειράζω, τα νεύρα πριν τον πρωινό καφέ, το "εγώ έχω δίκιο" ακόμα και μετά το καλημέρα, το "εγώ αυτόν θέλω" ανάμεσα στα αναφιλητά που σου προκάλεσε ο ίδιος, τα μεθυσμένα βλέμματα και οι εκμυστηρεύσεις φτιαγμένες από αλκοόλ και κότσια. Νιότη είναι και πιο απλά πράγματα. Το "δεν κρυώνω", "θα κάτσω όρθιος", "δε θα κοιμηθώ, σιγά", "τρέχουμε να το προλάβουμε;", "κράτα τσίλιες". Νιότη είναι τα αψυχολόγητα σ' αγαπάω, το "για πάντα", το μίσος και η συγχώρεση. Τα μάτια σου πάνω στα δικά μου και η αγκαλιά μας.  Αυτά είναι νιότη. Και μπορεί να μην έχω σκεφτεί το μετά αλλά η νιότη μου καίει τα σωθικά και μου δείχνει το δρόμο προς τον ουρανό και προς τον γκρεμό. Και την ακολουθώ με μανία. Ας με καταστρέψει. 
"Αν δεν καώ εγώ, αν δεν καείς εσύ, πώς θές να γίνουν όλα τα σκοτάδια φως;"

Τετάρτη 28 Οκτωβρίου 2015

"παπαγαλίες"

'Εγώ τη διάβαζα τότε. Αυτή έγραφε. Μέχρι που μια μέρα σταμάτησε να γράφει. Έψαχνα τις λέξεις και τις μυρωδιές της. Πουθενά. Διάβαζα τις λέξεις που είχε γράψει παλιά και τις ρωτούσα μήπως ξέρουν που είναι οι καινούριες. Πουθενά. Σταμάτησα κι εγώ να ασχολούμαι μήπως δει το σύμπαν ότι κέρδισε και μου τις στείλει. Πουθενά.
 Μια μέρα έγραψε. Άργησα να το δω γιατί είχα κουραστεί να ψάχνω. Οι λέξεις της ήταν καταθλιπτικές. Όχι η όμορφη και γοητευτική θλίψη. Μια μιζέρια διάχυτη. Ήταν δανεισμένες οι λέξεις της. Από κάποιον μορφωμένο. Η φρεσκάδα της είχε πάει περίπατο. Τετριμμένες λέξεις. Λέξεις επιστήμονα. Λέξεις χιλιοφορεμένες. Σαν από σχολικό βιβλίο. Σαν από... σχολικό βιβλίο; Και τότε έμαθα. Είχε σταματήσει να γράφει. Διάβαζε. Για να γίνει μεγάλη και τρανή. Και τότε είπα πως άμα θέλει να γίνει μεγάλη και τρανή ας διαβάσει. Θα θυσιαστώ και δε θα προσμένω τις λέξεις της. Ή δε θα μου κακοφαίνονται οι καινούριες της λέξεις που είναι τετριμμένες. Γιατί μετά θα μάθει και οι λέξεις της θα είναι οι πιο όμορφες όλου του κόσμου. Γιατί από ο,τι μου έχουν πει οι λέξεις της, είναι σαφές ότι θέλει να γίνει συγγραφέας. Αλλά γιατί να χαραμίσει τις φωτεινές τις λέξεις για τις άλλες τις δανεισμένες; Και τότε έμαθα. Θα γινόταν κάτι άλλο, για να έχει λέει να φάει. Είπε χαρακτηριστικά "Τι θα τρώω; Τις λέξεις μου;" Και τότε οι λέξεις έκλαψαν γιατί είχαν καταλάβει. Τις πρόδωσε και φύγανε. Και μείνανε μόνο οι άλλες. Οι κρύες. Και τότε κατάλαβα και εγώ. Και είπα "Εφόσον επιθυμείς την εξασφάλιση της τροφής σου πράττεις με σύνεση αγαπητή μου." Για να καταλάβει. Και μου έφυγε ένα δάκρυ αλλά το σκούπισα γιατί ήθελα να είναι ευτυχισμένη.
 Ο καιρός πέρασε. Οι λέξεις της ξεθώριασαν. Κάποιος κάποτε μου είπε ότι τις κρατούσε στο μυαλό της γιατί τις μάθαινε "παπαγαλία". Κούνησα το κεφάλι μου γιατί δεν κατάλαβα. Αλλά της είχα εμπιστοσύνη. Οι λέξεις μου μαράζωσαν γιατί έκαναν παρέα με τις δικές της, και τους είχαν λείψει. Τη φαντάζονταν μεγάλη και τρανή και το έγραφαν σε τοίχους και παγκάκια. Φόρο τιμής σ' αυτή που τις ενέπνευσε.
 Τρίτη πρωί. Πέντε χρόνια μετά. Το μάτι μου δεν είχε ακόμα ανοίξει. Νιώθω μια παρουσία δίπλα μου. Χωρίς να γυρίσω να κοιτάξω παραγγέλνω τον καφέ μου. "Μια ειλικρινής καλημέρα θα σε βοηθούσε περισσότερο από την καφεΐνη. Μπορώ να σου προσφέρω είτε ένα χαμόγελο είτε ένα κεκάκι." Και τότε οι αναμνήσεις μου ούρλιαξαν και άρχισαν να τρέχουν μέσα στο κεφάλι μου και να φωνάζουν όλα τα κείμενα της δυνατά και να βάζουν φωτιά στις κρύες λέξεις και στις "παπαγαλίες". Οι λέξεις μου τρελάθηκαν και συγκλονίστηκαν και εμπνεύστηκαν. 
 Ήταν αυτή. Δεν είχαμε γνωριστεί ποτέ από κοντά. Ήξερα μόνο δύο βασικά πράγματα για αυτή. Πώς έμοιαζε και πώς έγραφε. Έγινε λοιπόν μεγάλη και τρανή; Για αυτό παράτησε τις λέξεις της; Για να μοιράζει τσάι και χαμόγελα; Και τότε έμαθα. Πήρε το πτυχίο της. Οι λέξεις μου καμάρωναν. Δε βρήκε όμως δουλειά. Οι λέξεις της όμως είχαν φύγει γιατί τις προσέβαλε, και ήθελε να τρώει, και οι λέξεις της ήταν τετριμμένες. Έδωσα και εγώ λοιπόν υπόσχεση ότι δε θα αφήσω τις λέξεις μου να πάθουν τίποτα, κι ότι πάντα αυτές θα διαλέγω. Ο χρόνος γέλασε... γιατί ήξερε. Και τότε έμαθα κι εγώ.

"Το χαμόγελο θα διαλέξω. Το κεκάκι φάτο εσύ. Μιας κι αυτός ήταν ο στόχος σου εξ αρχής. Καλημέρα."

Παρασκευή 23 Οκτωβρίου 2015

Αντίο

Και ξαφνικά είμαι εδώ με τις λεξούλες μου. Αντιμέτωπη, δε μπορώ να ξεφύγω. Και δε θέλω. Όλα είναι κύκλος. Τώρα το βλέπω ξεκάθαρα. Είμαι πάλι πίσω λοιπόν, στο φόβο για τα τέλη. Με γοητεύει πια. Πέρασε αρκετός χρόνος σιγουριάς και ο μ' εκδικείται ο ίδιος. Μ' εκδικείται η μοίρα μου. Ή η δικιά σου, δεν έχει σημασία. Είμαι εδώ, σαν να μην πέρασε μια μέρα, να ψάχνω κάτι δικό μου, κάτι πιο βαθύ από ο,τι αντέχω. Αδιάκοπα, αδιαμφισβήτητα, άφοβα. Πώς λέμε truly, madly, deeply; Που δε θα το ξαναπούμε βέβαια. Ε αυτό. Πώς λέγαμε "γιατί έχει μάθει πια το σώμα μου να καίγεται, μα απαγορεύεται"; Ε κι αυτό! Πόσα λέγαμε τελικά; [...]
"Φτάνει μόνο να πιστέψω κι εγώ." Μάλιστα. Αυτό είμαι. Ο,τι κι αν κάνω. Όσο αλλάζω, χρόνο χάνω. Λόγια περιττά. Συναισθήματα συγκεχυμένα. Κάτι πήγε λάθος αυτή τη χρονιά. Ο,τι μου έδωσε η προηγούμενη μου το πήρε αυτή, διπλά. Διακρίνω ένα φωτεινό μονοπάτι, μοναχικό βεβαία. Να μου πεις "όλα μοναχικά τα βλέπεις τώρα." Ε ναι, έχεις δίκιο. 68 + 1 λόγοι διακρίνονται ξεκάθαρα στο μυαλό μου και προσπαθώ να τους χαράξω κάπου εκεί μέσα να μου κάνουν παρέα. Το λεγόμενο τελευταίο φιλί, καταστροφή. Φρέσκια πληγή. Επούλωση. Ναι! Αυτό είναι που χρειάζομαι. Και μια καινούρια αρχή, μόλις ξεκουραστώ από το πιο καταστροφικό τέλος. Τελικά είναι πούστικα. Μόλις τα ξεχνάς, μπαμ! Εμφανίζονται.

Βουτιά με το κεφάλι σε ο,τι σε χαροποιεί. 
Η πλέον αξιόπιστη συμβουλή.
"Έναν περίπατο στο κέντρο το πολύ, 
καμιά φορά στη θάλασσα, ως εκεί."

Αντίο

Δευτέρα 28 Σεπτεμβρίου 2015

μαλάκα Χ

Ας μιλήσουμε για' σένα κι ας σε ονομάσουμε Χ.
Ας δικαιολογήσουμε το όνομα σου 
με το γεγονός ότι δε βλέπω ξεκάθαρα το πρόσωπό σου. 
Τις εκφράσεις σου, τις ιδεολογίες και τις απόψεις σου. 
Τα ιδανικά σου, τα ναι και τα όχι σου. 
Δε βλέπω εσένα και κάθε φορά που σ'αναζητώ 
σε απεχθάνομαι και λίγο παραπάνω. 
Γιατί μου θυμίζεις τη γλοιώδη απάθεια. 
Και το να είσαι απαθής είναι το ίδιο εξευτελιστικό 
με το να είσαι παθητικός. 
Είσαι μια συμπαγής μάζα δε βλέπεις, 
δεν ακούς, δε μιλάς, δε χαμογελάς. 
Τι σκατά κάνεις; Όλα στα μέτρα σου. 
Στα σταθμά, στα κόμματα, στις τελείες και στις άνω τελείες σου. 
Δε μπορείς να ορίσεις τα όρια του εαυτού 
και προσπαθείς να κανονίσεις όρια ατελείωτα. 
Όρια αχανή. Μαλάκα Χ.
Φτύσε τουλάχιστον και την τεράστια γλώσσα σου
γιατί βαρέθηκα να ακούω τους ψιθύρους σου.
Κολλάνε στα γρανάζια του μυαλού μου και με τρελαίνουν.
Σε σιχαίνομαι.
Και όσο παίρνεις προσοχή Χειροτερεύεις.


ΜΕ ΤΟ Χ ΚΕΦΑΛΑΙΟ. 

Πέμπτη 10 Σεπτεμβρίου 2015

Θα με βρω

Ήταν λέει πρωί με καφέ και πρωινή ξενέρα - επειδή ξημέρωσε και δεν είμαι ξαφνικά αυτή που θα ήθελα - και χτύπησε η πόρτα. Ήταν εκεί όλοι οι σημαντικοί άνθρωποι της ζωής μου. Μου λένε με μια φωνή "Ευάκι μου... που είσαι; Σε ψάχνω παντού."
Απειλούμαι. Πρέπει να απαντήσω.
"Μα εδώ ακριβώς είμαι. Εδώ που με άφησες."
"Δε σε βλέπω. Προχώρησες; Θα χαρώ πολύ για αυτό."
"Όχι ακριβώς. Έχασα για λίγο τον εαυτό μου τον τελευταίο καιρό αλλά δεν σε ξεχνώ."
"Δεν τον έχασες τον τελευταίο καιρό. Έχω έρθει και παλιότερα."
Απειλούμαι.
"Όχι εδώ ήμουν. Ξέρεις είχα κρυφτεί για να χωρέσω."
"Να χωρέσεις πού καρδιά μου;"
"Ε εδώ κι εκεί. Όπου με δεχτούν."
"Μα εσύ δεν ήσουν έτσι. Εμένα με χώραγες, δεν σε χώραγα. Σε ήθελα και σε απαιτούσα. Αν δεν σε ήθελα, δεν θα ήσουν εκεί. Ήσουν εκεί μόνο όταν το ήθελες και για όσο το άντεχες. Μικρό κορίτσι. Πόσο μικρό κορίτσι δεν φαινόσουν τότε! Τώρα σα να μίκρυνες. Μίκρυνες και δεν σου πάει. Έχει χαθεί η δύναμη της φωνής σου. Δεν φαίνεσαι καθόλου δυνατή και αναμασάς λόγια και πράξεις."
"Τώρα μίκρυνα για να χωράω. Η δύναμη της φωνής μου χάθηκε στην προσπάθειά μου να παίρνω ολοκληρωμένες ανάσες. Και αναμασάω για να γίνω παθητική. Γιατί η ενέργεια τους διώχνει τους ανθρώπους γλυκό μου..."
"Αν θες να είσαι παθητική, κοίτα τουλάχιστον να το γουστάρεις."
"Το γουστάρω. Κι ακόμα κι αν δε το γουστάρω όσο κάποτε, έχω χαραμίσει και θυσιάσει πολλά σε αυτό για να σου πω έτσι απλά ότι δεν το γουστάρω κι ότι με κουράζει ψυχικά."
"Το μυστικό είναι απλό. Μη θυσιάσεις άλλα. Λένε "να πηγαίνεις εκεί που τρέμουν τα πόδια σου". Όχι από φόβο. Όχι από τη ματωμένη σου καρδούλα, Όχι από λύπη γαμώ την πουτάνα μου, όσο κι αν χώρας μέσα σε αυτή."
"Μη βρίζεις."
"Μη προσπαθείς να χωρέσεις μάταια."
"Σου το έχω πει τόσες φορές να μη βρίζεις...."
"Μην κουμπώνεις στραβά σε αγκαλιές. Μετά δεν θα ξεκουμπώνεις."
"Μα δε θέλω να ξεκουμπώσω."
"Μα δεν μπορείς."

Κυριακή 23 Αυγούστου 2015

Αλαλούμ

Ήθελα να γράψω για τη συννεφιά και έβγαλε ήλιο. Τι κατάρα.
Μεγαλύτερος φόβος: μοναξιά.
Αίσθημα εγκατάλειψης. Ή αδικία.
Έψαχνα τον εαυτό μου τις προάλλες. Είχα φάει τον κόσμο. Πουθενά.
Επιστροφή στις ρίζες για να τον βρω. Ο,τι κι αν σημαίνει αυτό.
Προς το παρόν "δεν μπορώ να μιλήσω". Το λέω και το πιστεύω.
Οι φωνητικές μου χορδές σκίζονται
στην προσπάθεια τους να συμπαρασταθούν.
Πολλοί κάνουν πολλά στην προσπάθεια τους να συμπαρασταθούν.
Κι εσύ ακόμα κι αν δεν τα καταφέρνουν τους επαινείς.
Έστω για την προσπάθεια.
Αλλά όχι. Φτάνει. Κάθε έπαινος είναι για σένα και μια μαχαιριά.

Παράλληλα το '15 δεν με πολυπήγε μέχρι τώρα.
Βέβαια δεν πίστεψα στιγμή ότι θα με πάει.
Δεν μ'αρεσει να ξεχνάω. Το σιχαίνομαι.
Νιώθω ότι χρωστάω κάτι στον εαυτό μου.
Ή στους άλλους. Κυρίως στους άλλους.
Όχι ότι με το να το θυμάμαι τους δίνω ό,τι τους χρωστάω.
Τουλάχιστον όμως... δεν το δίνω αλλού.


όλα περνάνε.
κι αν δεν περάσουν, συνηθίζονται. 

Πέμπτη 9 Ιουλίου 2015

Μια χούφτα ανθρώπων

Είναι άξιο θαυμασμού πόσους κύκλους που έχουν κλείσει μπορούν να σου φέρουν στο νου μια χούφτα ανθρώπων. Πάλι απ' την αρχή. Να σου θυμίσουν τον αδιάλλακτο χαρακτήρα σου. Να σου "χτυπήσουν" μια ακόμα φορά πως η τωρινή φαινομενική ψυχραιμία σου, πήρε τη θέση ενός τότε παράφορου ανθρώπου. Και είναι αφύσικο το πόσο φυσικό μου φαινόταν τότε. Αυτά τα όρια της υπερβολής που πάντα τα ξεπερνούσα και υπέφερα, αλλά δεν μπορούσα να ελέγξω τον εαυτό μου. Που πάλευα με αντικρουόμενα συναισθήματα, και το χαιρόμουν, και αγαλλίαζα. Τριβόμουν. Αυτή η τριβή! Με την πραγματικότητα, με τη δική μου ουτοπική φαντασία. Ερωτευμένη με την εύκολη ζωή από πάντα, δεν μπορώ να ξεφύγω. Η θλίψη με ιντριγκάρει. Τριγυρνώ εκεί μέσα ήσυχα και διάφανα. Διάφανε εαυτέ μου ως πότε θα κάνεις μύτες για να φανείς; Μα η καρδιά πονάει όταν ψηλώνει. Και κρατάω στο μυαλό ανθρώπους αψεγάδιαστα. Τους προσέχω σαν τα μάτια μου. Μη μου πάθουν κακό. Μην μου τους απομυθοποιήσει κανείς. Τους προστατεύω με νύχια και με δόντια. Κι όταν τους βλέπω προσπαθώ να τους το πω με τα μάτια μου: "Δεν κατάφερε κανείς να σε βλάψει στην καρδιά μου." Να μου πουν μπράβο, να νιώσω αυτή την ικανοποίηση, να ταΐσω ανασφάλειες καλά κρυμμένες. Αυτό μου λείπει. Η τριβή με τους αψεγάδιαστους ανθρώπους μου, που με εμπιστεύονται και εγώ κρυφοχαίρομαι και τους ειρωνεύομαι, ελπίζοντας να καταλάβουν πόση αγάπη κρύβεται εκεί μέσα. Κι αυτό καμουφλάζ είναι.

Αχ, μια χούφτα ανθρώπων...

Τρίτη 30 Ιουνίου 2015

Ντόμινο

Τι μπορείς να καταδικάσεις λοιπόν;

Εκείνο το βράδυ; Εκείνη την εφήμερη διασκέδασή; Το νοθευμένο τζιν; Τη λαχτάρα τους να τα ζήσουν όλα; Τη λάθος επίτευξη αυτού του σκοπού; Τι να καταδικάσεις και γιατί; Γιατί εσύ;

Εσύ που τα ξέρεις όλα γιατί κάπου τα άκουσες, ή κάποιος αδιευκρίνιστων στοιχείων στα είπε. Εσύ που έμαθες να σκύβεις το κεφάλι σε κάθε ευκαιρία, βλέποντας κάποιον άλλον να το κάνει. Το ντόμινο που κάποιος σχεδίασε για σένα, χωρίς εσένα, κύλησε ανενόχλητα, σαν να μην υπήρξες ποτέ. Το έσκυψες το κεφάλι όπως σε πρόσταξαν. Σε πρόσταξαν ευσυνείδητα, υποσυνείδητα και ασυνείδητα και τους υπάκουσες με όλους τους δυνατούς τρόπους. Και το ντόμινο συνεχίστηκε και ο φόβος σας, σας έκανε να δημιουργείτε φαντασμαγορικά θεάματα, επί πληρωμή φυσικά. Ένα μόνο κομμάτι. Ένα κομμάτι μόνο αρκούσε στο να σταματήσει αυτή η φουσκωμένη με φούμαρα ανοησία αλλά πολλοί, είχαν επενδύσει πολλά. Όσοι σκόπευαν να μη δώσουν συνέχεια, αποσύρονταν από το προσκήνιο. Το γαμημένο το κεφάλι τους δεν άφηνε το δικό σου σηκωθεί. Σάμπως πάλεψες όμως και ποτέ ρε βολεμένε; Τι πάλεψες και για ποιόν; Και ποιόν κοροϊδεύεις; Και γιατί απευθύνομαι σε εσένα αφού στα μάθανε; Και πώς να απευθυνθώ σε αυτούς; Η χρόνια δειλία προκαλεί προβλήματα συνεννόησης. Σε εσένα λοιπόν θα ελπίσω έστω για μια στιγμή κι ας αποσυρθώ πριν χαλάσω το θέαμα.

"Ξύπνα. Πρέπει να φύγουμε από εδώ. Ο διπλανός σου θα σε χτυπήσει κι εσύ τον πίσω. Τι δε σε νοιάζει ρε; Θα παρατείνεις κι άλλο τη δειλία σου; Δεν είναι μέρος για εσένα αυτό. Πρέπει να τους αφήσεις. Έχεις μια βασική διαφορά με αυτούς. Κοίτα τους. Αυτοί είναι βρώμικοι και σκουριασμένοι κι όταν τους βλέπεις σε πιάνει ένα κόμπος στο στομάχι. Ενώ κοίτα εμάς. Φωτεινοί και λαμπεροί, ανοιχτοί σε νέες προκλήσεις. Ναι, δες το σαν πρόκληση. Ναι, πήγαινε κόντρα. Θα ελευθερωθείς. Δύσκολο; Γιατί νομίζεις ότι αυτό που κάνεις είναι εύκολο; Στην αρχή όπως όλα θα είναι δύσκολο, αλλά μετά, θα είσαι ελεύθερος. Ανεκτίμητη ελευθερία. Ταξινομημένες ανάγκες και όνειρα. Μην αργείς σου λέω, πάμε να προλάβουμε τους άλλους, να έχουμε παρέα. Η παρέα παίζει ρόλο. Ίσως σηματοδοτεί την αρχή. Έλα μη δειλιάζεις. Είναι η τελευταία στιγμή, μην κάνεις πίσω."

Τι μπορείς να καταδικάσεις λοιπόν; Το ντόμινο θα κυλήσει ομαλά, γιατί δεν έχει μάθει αλλιώς. Και εσύ θα κοιτάς το υπερθέαμα από μακριά αλλά δε θα μπορείς να καταδικάσεις τίποτα και κανέναν. Την ύστατη στιγμή θα κοιτάς τα αστέρια και θα ξέρεις ότι ακόμα αναπνέεις. Με το κεφάλι ψηλά...

Παρασκευή 17 Απριλίου 2015

αλλαγές και κρύο redbull

"Υποτίθεται ότι ξεκινάμε θέατρο για να απελευθερωθούμε, εγώ βλέπω κάτι κουμπωμένα ανθρωπάκια". Ναι, έχεις δίκιο. Ποιος έχασε την αυτοπεποίθηση και την αυτοεκτίμησή του για να τις βρω εγώ; Ναι, έχεις δίκιο. Δε μου βγαίνει φυσικά, γιατί το τελευταίο χρονικό διάστημα ζω αφύσικα. Μιλάς στο μυαλό μου και κράζεις ο,τι θα έκραζα κι εγώ σε εμένα. Έχω χαθεί, εσύ έχεις δίκιο κι η ώρα είναι περασμένη.

Και ο μήνας της άπνοιας πέρασε και οι λέξεις ακόμα να ξεγλιστρήσουν. Μεγαλώνω και αλλάζω, τρομάζω, κλαίω, παθαίνω τις κρίσεις πανικού μου και πάλι απ' την αρχή. Το τέλμα μου κατά τα λεγόμενά της είναι ένα μήνυμα που δεν έχει μόνο μία οπτική. Ένα μήνυμα που η δεύτερη ανάγνωση θα φέρει την τρίτη, η τρίτη την τέταρτη και κάπως έτσι θα καταλήξω κι εγώ στο μονοπάτι μου, που διαφέρει κατά πολύ από των υπολοίπων.

Έχω τόσο καιρό να γράψω που νιώθω ότι το κενό δεν καλύπτεται. Πόσο πρέπει να πληρώσω την αταξία στο μυαλό μου λοιπόν; Θα τα βρω. Αυτά θα τα βρω. Να μπουν σε μια σειρά. Τι απαίσια έκφραση! Γιατί να μπουν σε μια σειρά και ποιος είναι αυτός τέλος πάντων που θα ορίσει αυτή τη σειρά; Και γιατί εσύ να τον εμπιστευτείς αυτόν και να μην εμπιστευτείς τη δική σου πλήρως ταξινομημένη αταξία;

Δεν μου αρέσουν οι αλλαγές και καθώς το λέω σπαράζω και φτύνω απελπισία και καταριέμαι όλες τις αλλαγές που έχω υποστεί. Σιγά τις πολλές μωρέ μούλικο. Ναι, σιγά τις πολλές, μάλλον είμαι υπερευαίσθητη πίσω απ' το προσωπείο του χιούμορ όπως είπε κάποιος ένα ανοιξιάτικο απόγευμα που μύριζε αλλαγές και κρύο redbull, κάπου στα Νότια.

Βλέπεις τόση ώρα ότι ουσία μηδέν, έτσι; Αν το διάβαζες αυτό, πολύ πιθανόν να μας έλεγες ότι το κόβουμε γιατί κουράζει. Θα συμφωνούσα μαζί σου. Αλλά μάλλον η έμπνευσή μου αυτή την περίοδο είναι σαν του Ντίρενματ στη σκηνή με το αμάξι. 

Δευτέρα 2 Φεβρουαρίου 2015

R.I.P.

Χθες, κάποιοι αποφάσισαν να σκοτώσουν έναν άνθρωπο. Κάποιοι τον οδήγησαν στην άκρη ενός ψηλού κτηρίου και τον έριξαν στο κενό. Κάποιοι έκριναν ότι το να γεννηθείς διαφορετικός δεν υπάρχει σαν ενδεχόμενο. Κάποιοι αποφάσισαν ότι από το να υπάρχεις σε αυτόν τον κόσμο διαφορετικός από αυτούς, καλύτερο θα ήταν να μην υπάρχεις. Κι έτσι απλά οδήγησαν έναν άνθρωπο στο θάνατο. Του στέρησαν το δικαίωμα να αναπνέει, να αισθάνεται, να υπάρχει. Είχαν άλλοθι. Το πλέον πιο συνηθισμένο άλλοθι που κάποιοι ορίζουν ώστε να μπορούν να εκτοξεύουν τα βέλη τους προς το διαφορετικό. Να μπορούν να διασκορπίζουν μίσος και οργή. Να έχουν έστω εξιλαστήρια θύματα. Πιστεύουν ότι έχουν το δικαίωμα να κατακρίνουν ο,τι τους ξενίζει. Να κατακρίνουν ο,τι δε συνήθισαν ποτέ. Χθες, σκοτώθηκε ένας άνθρωπος σαν κι εσένα, με τη δικαιολογία, ότι ήταν ομοφυλόφιλος. Κι εσύ άνθρωπε, μισάνθρωπε, κοιτάς με μισό μάτι και πιστεύεις ότι έχεις κάνει πρόοδο που δε θα τους βρίσεις. Τους βγάζεις στο περιθώριο και νιώθεις φιλελεύθερος γιατί κανονικά "θα έπρεπε να τα ακούσουν". Να μπουν στο σωστό δρόμο. Ένα δρόμο που σου έδειξαν. Ένα δρόμο που σου λένε ότι οδηγεί στην κάθαρση. Αλλά ξέρεις κάτι μισάνθρωπε; Το λοξό σου βλέμμα, χθες, έριξε έναν άνθρωπο στο κενό. Η καλά καρφωμένη ταμπέλα σου ήταν η σπρωξιά που τον έκανε να πέσει. Που σε έκανε να πέσεις. Στο θάνατο δεν οδηγεί μόνο ένα διεστραμμένο μυαλό, οδηγεί κάθε είδος βίας, βλάκα. Κάτσε τώρα μπροστά στην καλή σου την τηλεόραση, δες τους που τον πετάνε στο κενό, πες "τον καημένο", κάνε το σταυρό σου και άλλαξε κανάλι. Δε σε νοιάζει. Έγινε μακριά. Δεν τον ήξερες. Δεν ήταν φίλος σου, ούτε συγγενής σου. Εγκλωβίσου μέσα στην ανέχεια, κι αυτή η ανέχεια κάποια μέρα θα σου χτυπήσει την πόρτα. Κοίτα με το λοξό σου βλέμμα από το ματάκι... και ανέβα στην ταράτσα.