Δευτέρα 31 Δεκεμβρίου 2012

31.12

Ποιός ο λόγος τελικά; Ποιος ο λόγος να μιλάς, να δίνεις, να παίρνεις, να μένεις, να υπομένεις, να αγαπάς, να σ'αγαπάνε, να υποχωρείς, να κλαις, να χαίρεσαι, να αγχώνεσαι, να φοβάσαι, να υποτάσσεσαι, να επαναστατείς, να παλεύεις, να εγκαταλείπεις, να θυσιάζεις, να θυσιάζεσαι, να συγχωρείς, να χαλιέσαι, να πιστεύεις, να εμπιστεύεσαι; Ποιος ο λόγος αφού όλα καταλήγουν σε μια αρρωστημένη φάση της ζωής σου που όλα σου φαίνονται ανούσια; Ίσως τα λέω επειδή είμαι μέσα σε αυτή τη φάση. Ίσως αύριο να μην τα θυμάμαι, να μη σε θυμάμαι. Να (σ)έχω ξεχάσει. Αλλάζει ο χρόνος και με βρίσκει με ψεύτικα χαμόγελα, ψεύτικα "νοιάζομαι για σένα", ψεύτικους φίλους και ψεύτικες αντιλήψεις... όχι ότι εσύ, καρδιά μου, θα μπορούσες να με σώσεις. Όχι πια. Αλλά ίσως να έκανες την ψευδαίσθηση πιο δυνατή.

Δευτέρα 17 Δεκεμβρίου 2012

Σκάσε

Και για κάποιο λόγο οι μέρες περνούν τόσο αδιάφορα. Για κάποιο λόγο; Υπάρχει λόγος; Μπορεί απλά να μην υπάρχει άλλος τρόπος να περάσουν πια. Ένας μόνιμος ήχος από το ρολόι στον τοίχο που σιγά σιγά δυναμώνει. Τόση ησυχία στο δωμάτιο που κάθε χτύπημα γίνεται κρότος. ΣΚΑΣΕ! Σε άκουσα. Δεν θέλω τις συμβουλές σου, ξέρω κι από μόνη μου ότι ο χρόνος περνάει και δεν κάνω τίποτα για αυτό. ΣΚΑΣΕ! Ξέρω ότι σταμάτησα να είμαι αυτό που συνήθιζα.. αυτό που συνήθιζαν και οι άλλοι. ΣΚΑΣΕ! Πάει καιρός, έτσι δεν είναι; Αυτό σε τρομάζει. Με είχες μάθει αλλιώς. Οι άνθρωποι αλλάζουν. Κι εγώ μαζί τους. ΣΚΑΣΕ! Τι εννοείς ότι εγώ δεν είχα αλλάξει ποτέ; ΣΚΑΣΕ! Γέμισα απάθεια και φτύνω παντού απελπισία. Θα σηκωθώ, κι αν δεν το κάνω μην ψάξεις να με βρεις. Δε θα θέλω. ΣΚΑΣΕ! Τι πάει να πει "αφού πάντα θέλεις"; ΣΚΑΣΕ! Δεν μ'αρέσει που με ξέρεις τόσο καλά. Σταμάτα να μιλάς με τη σιωπή σου στο κεφάλι μου.. σκάσε.

Δευτέρα 19 Νοεμβρίου 2012

(αν)άπειρες λέξεις


Είναι Χειμώνας. Μα πόσο ''κρύα'' εποχή...
Φοράω το κασκόλ μου και πάω στο κέντρο. Στην Αδριανού. Σ' αυτό το δρόμο που νιώθω να τον ξέρω. Φίλοι, παλιοί. Μακρινοί κι αγαπημένοι.
Μωβ ουρανός και μέσα από τα μαύρα γυαλιά μου όλα φαίνονταν ''ομορφότερα''. Με ήλιο ή χωρίς.
Κάθομαι στο μέρος. Στα κάγκελα μπροστά. Εκεί που δεν έχει κόσμο, δεν το ξέρουν πολλοί. Ο Παρθενώνας και όλη η υπόλοιπη Αθήνα καθρεφτίζεται στα μάτια μου.
Τα βράδια το ήθελα. Τα βράδια του καλοκαιριού... ''Θα ξυπνήσω το πρωί και θα πάω μέχρι το μετρό, θα κατέβω Σύνταγμα.'' Δεν θα το ξέρει κανείς.
Άγνωστη μεταξύ αγνώστων. Και όλο ''βαριόμουν'' έλεγα, και ποτέ δεν πήγαινα. Χαμένα πρωινά. ''Κι αν είναι γρήγορες σαν σφαίρες, είναι μικρές χαμένες μέρες.. Καμιά τους δε θα ξανάρθει." Πόσο ασήμαντος μπορείς να νιώσεις σε ένα πολυσύχναστο δρόμο παρέα μόνο με τη μουσική και τις ανασφάλειες σου;
Που να ξέρω, θα μου πεις. Και πήγα, έφτασα. Είδα την ομορφιά της Αθήνας και είχα όλο το πρωί μπροστά μου να την κοιτάζω. Να παρατηρώ τους ανθρώπους της.
Να σκεφτώ. Και θα μου ξαναπείς.. ''σπίτι σου δεν μπορείς;'' Δικαιολογία ήταν ρε. Παντού δικαιολογίες. Δεν με ορίζω πια. Δεν ξέρω τι, πως, που, γιατί, πότε.
Και δεν νομίζω να μπορείς, αγάπη μου, να με βοηθήσεις. Όλοι απέτυχαν. Είναι και αυτό μωρέ που δεν με ξέρω. Δεν μπορώ να σου πω "Κάνε αυτό για να είμαι καλά."
Δεν θα είμαι, δεν θα ξέρω. Αναπάντητες οι ερωτήσεις μας και πέφτω στο κενό αφήνοντάς σου ένα σημείωμα. Ένα χαρτάκι, εγώ το έγραψα. Ή μάλλον όχι, κάπου το βρήκα. Δεν με νοιάζει. Δεν έχει σημασία τι γράφει. Δεν έχει σημασία που ''πέφτω'' και απόψε. Κι αν έχει, δεν το λέει. Κι όταν δεν το λέει εγώ δεν υπάρχω. Ούτε σαν ιδέα, ούτε σαν έννοια.
Άρα καλά κάνω που κι απόψε δε θα νιώσω τίποτα. Κι αν νιώσω δεν θα το πω. Κι αν το πω θα το πετάξω στο κενό πριν πέσω. Θα ακουστεί. Όπως και ο ήχος από την πτώση μου. Δυνατή και κοφτή, για να μην ενοχλήσω. Έτσι κι αλλιώς... δεν ήταν αυτός ο σκοπός μου...

Πέμπτη 8 Νοεμβρίου 2012

Βροχή αστεριών

Παρασκευή απόγευμα ακούγοντας ραδιόφωνο - πιστή στις παραδόσεις μου - μου κινεί το ενδιαφέρον μια είδηση που λέει εκφωνητής. "Βροχή αστεριών το Σαββατοκύριακο".  Βροχή αστεριών! Όλοι λένε πως όταν ένα αστέρι πέφτει, πρέπει να κάνουμε μια ευχή. Και το μυαλό μου τρέχει και σκέφτομαι πόσοι χιλιάδες άνθρωποι στην Ελλάδα αυτό το Σαββατοκύριακο θα ψιθυρίσουν κρυφά τις ευχές τους, βλέποντας ένα αστέρι να πέφτει, περιμένοντας να εκπληρωθούν; Πολλοί υποθέτω. Κάποιοι θα ευχηθούν να μπορέσουν επιτέλους να εκπληρώσουν κρυφά τους όνειρα και φιλοδοξίες, κάποιοι άλλοι θα ευχηθούν να αποκτήσουν κάτι υλικό: ένα αμάξι που θέλουν, ένα ακριβό κινητό που είδαν στη βιτρίνα ενός μαγαζιού, κάποιοι άλλοι θα ευχηθούν κάτι ασήμαντο, που μπορεί να φαντάζει στα μάτια τους ιδανικό αλλά στην ουσία δεν είναι. Γιατί έτσι είναι οι άνθρωποι. Οι άνθρωποι είναι χαμογελαστοί. Περνάνε κάτω από το σπίτι σου ντυμένοι στα καλά τους. Άνθρωποι σε μαγαζιά με μια ζεστή σοκολάτα στο χέρι όταν ρίξει το πρώτο χιόνι.. Άνθρωποι στα αμάξια τους.. κολλημένοι στην κίνηση.. Άνθρωποι που σχεδιάζουν τις διακοπές τους, χαρούμενες οικογένειες παρέες, ζευγάρια. Και απέναντι; Αναρωτήθηκες ποτέ σου τι υπάρχει απέναντι; Εκεί σ' αυτό το πεζοδρόμιο! Είναι κι άλλοι άνθρωποι. Κι άλλοι, κι άλλοι, χωμένοι μέσα σε κάδους σκουπιδιών, καθισμένοι σε παγκάκια. Άνθρωποι παγωμένοι το χειμώνα.. ζεστοί το καλοκαίρι. Άνθρωποι που δεν τους περιμένει κανείς στο σπίτι. Άνθρωποι που δεν έχουν σπίτι. Και οι δικές τους ευχές; Φαΐ, κουβέρτες, καθαρό νερό. Και το χαμόγελο; Που να πήγε το χαμόγελο σ' αυτούς τους ανθρώπους; Και γιατί είναι εδώ; Πώς; "Κανένας άνθρωπος δεν γεννήθηκε στο δρόμο. Και εσύ άνθρωπε όταν η δουλειά σου δεν πάει καλά: "με έφαγε το άγχος" λες.. και όταν οι γονείς σου δεν σου επιτρέπουν να βγεις έξω το βράδυ: "θα φύγω να ησυχάσω" λες.. και όταν απογοητεύεσαι: "θέλω να πεθάνω" ξαναλες. Μάθε λοιπόν άνθρωπε ότι άνθρωποι σαν και σένα που ζούσαν δίπλα σου πεθαίνουν από το κρύο και από την πείνα μέσα στα χέρια σου. Και εσύ είσαι περαστικός.. Θα τους ξαναδείς και αύριο γυρνώντας στο σπίτι σου αλλά πάλι περαστικός θα είσαι. Και αυτοί εκεί. Όποια ώρα και να περάσεις θα είναι εκεί και θα σε κοιτάνε στα μάτια. Θα σε κοιτάνε στα μάτια άνθρωπε, εκείνοι που ξυπνάνε από το κρύο και τις φωνές και όχι από το ξυπνητήρι του καινούργιου σου κινητού. Και το χειρότερο άνθρωπε είναι ότι αυτοί δεν γεννήθηκαν άνθρωποι σαν κ σένα, άνθρωποι έγιναν.

Σάββατο 3 Νοεμβρίου 2012

Days of S.

Days of S. Δεν ξέρω για πόσο ακόμα. Δε με νοιάζει. Ξέρω πως τώρα είσαι εδώ. Ίσως να είσαι και αύριο, ίσως όχι. Μου είχε πει κάποτε ένας παλιός φίλος πως από τον κάθε άνθρωπο που δένεσαι πρέπει να παίρνεις και κάτι θετικό. Έτσι μεγαλώνοντας θα μαζεύεις όμορφα στοιχεία για τον χαρακτήρα σου. Όλοι θα έχουν κάτι καλό να σου δώσουν, κάτι καινούργιο. Επίσης μου είχε πει ότι ο Γιάννης Αγγελάκας, που τραγουδάει στο συγκρότημα "Τρύπες" μωρέ, ξέρεις, είχε πει: "Είμαι συλλέκτης, μαζεύω το πιο σκληρό και άγριο πράγμα του κόσμου, στιγμές!"... στιγμές ε; Στιγμές! Αυτό δεν κάνουμε όλοι; Παίρνουμε στιγμές, και δημιουργούμε αναμνήσεις. Καμιά φορά βιαζόμαστε κι όλας. Όταν μια σου στιγμή γίνει ανάμνηση πολύ νωρίς, κάτι δεν πάει καλά. Αυτό που κάνει, που κάνουμε, που συλλέγει στιγμές, το θεωρεί σκληρό και άγριο. Μα δεν είναι; Αν συγκεντρώσεις όλες τις έντονες στιγμές σου, άσχημες ή όμορφες, το αποτέλεσμα ίσως να σε τρομάξει. Ίσως σε κάνει να καταλάβεις πόσα έχεις περάσει στη ζωή σου, ίσως να αποφασίσεις ότι είναι καιρός να αρχίσεις να.. ζεις!
Ξέρεις ότι δε θέλω να τελειώσουν οι στιγμές μας. Τις έχω υπερβολικά ανάγκη. Είναι περίεργο.. γιατί μετά από την τελευταία φορά, είπα ότι δε θα έχω ανάγκη τις στιγμές κανενός. Μόνο τις δικές μου. Άλλα δεν μπόρεσα. Ανοίχτηκα.. και δεν πρόκειται να σταματήσω. Όσο κρατήσει, όσο κρατήσεις..

Τρίτη 16 Οκτωβρίου 2012

.. το αύριο

Μάλλον κουράστηκα, βαρέθηκα. Ή μπορεί να είναι της στιγμής. Και μάλλον το περίμενα. Και δεν εκπλήσσομαι. Και είναι όλα οκ. Και είμαι καλά. Και θα βασιστώ σε άλλους. Και δεν με νοιάζεις. Και κουράζομαι, βαριέμαι. Και μάλλον δεν είναι της στιγμής. Και σίγουρα το περίμενα. Και μου φαίνεται φυσιολογικό. Το χθες είναι χθες. Το αύριο το περιμένω. Δεν ξέρω τι θα φέρει, αυτό μ'αρέσει. Και δεν νιώθω. Δεν θα νιώθω ούτε αύριο. Μάλλον.:)

Δευτέρα 15 Οκτωβρίου 2012

Μη μ'αφήσεις

Είναι στη φύση μου τελικά. Δίνω συνεχώς και ασταμάτητα. Δίνω τον εαυτό μου, σε όποιον μου κινήσει λίγο το ενδιαφέρον. Όποιος το εκτιμήσει μένει. Δεν ξέρω τι με πιάνει. Μάλλον δεν μπορώ να πορεύομαι μόνη μου. Αν δεν εκφράζω τα συναισθήματά μου και τις σκέψεις μου σε κάποιον ασφυκτιώ. Γιαυτό και κολλάω τόσο πολύ σε ορισμένα άτομα. Θέλω να δίνω. Να σου εξομολογηθώ κάτι. Να νιώσω ξεχωριστή, να νιώσεις και εσύ. Θέλω να λαμβάνω κι όλας. Θέλω οι άλλοι να μου ανοίγονται.. Να νιώθω ότι κάνουν την υπέρβαση για μένα. Ότι νοιάζονται.. γιατί εγώ νοιάζομαι, και το ξέρουν.. είναι αυτονόητο. Αν δε νοιαζόμουν θα ήμουν μίλια μακριά. Άλλα είμαι εδώ. Και νιώθω κάτι δυνατό, και δίνω, παίρνω, ενθουσιάζομαι, πληγώνομαι. Μη μ'αφήσουν. Ο μεγαλύτερος μου φόβος. Μη μ'αφήσεις. Μπορεί να το κάνω εγώ. Πολλές φορές έχω πει "δεν πρόκειται να γίνει". Άλλα κάθε φορά συμβαίνει. Άρα απλά ελπίζω. Αγαπάω και ελπίζω. Αν αγαπάω γιατί να μην το πω; Μπορεί να μην κρατήσει για πολύ. Μπορεί αύριο να μη νιώθω το ίδιο. Δεν θέλεις να το ξέρεις σήμερα που το νιώθω μέσα μου; Θέλω να το ξέρω και εγώ. ΤΙΠΟΤΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ. Άλλα εφόσον είναι σήμερα.. δείξτο. Δείξτο μου.

Κυριακή 14 Οκτωβρίου 2012

...

Και είναι κι αυτά τα βράδια μωρέ. Που νιώθεις ότι είσαι το επίκεντρο του κόσμου. Άλλα όχι για καλό. Σαν να σε μισούν όλοι θανάσιμα και να θέλουν να σε καταστρέψουν. Μίσος παθολογικό σου λέω. Και δεν ξέρεις και γιατί. Αυτή είναι η μαλακία. Ζητάς να μάθεις το λόγο ρε παιδί μου. Να σου πουν "Σου γαμάω την ψυχολογία γιατί θέλω να πετύχω κάτι". Όχι. Χωρίς λόγο. Έτσι απλά. Και είναι και που μετά ζητάς κάτι, ζητάς κάποιον. Εκεί που ξαπλώνεις στο κρεβάτι μετά από την άθλια βραδιά και λες "Πού είσαι τώρα που σε χρειάζομαι;" Και κάρτα; Πουθενά. Και σκέφτεσαι, και απελπίζεσαι, και λες τι έκανα ρε πούστη; Και κανείς δε σου απαντάει.. Κι αυτό το βάρος στο στομάχι; Ο κόμπος στο λαιμό; Κι αυτά εκεί; Και θες μια αγκαλιά. Από οποιονδήποτε. Ψέμα.. Από κάποιον συγκεκριμένα. Και δεν έρχεται. Και χάνεσαι. Και θα σε πάρει ο ύπνος αλλά το βάρος και ο κόμπος θα είναι ακόμα εκεί, ο,τι όνειρα και να δεις. Όπως και να ξυπνήσεις το άλλο πρωί. Εκεί αυτά. Μονίμως δίπλα σου, σε αντίθεση με άλλους.

Σάββατο 13 Οκτωβρίου 2012

Η ζωή είναι σαν τη θάλασσα. Ή θα μπεις μια κι έξω και θα πάρεις όλη την κρυάδα, αλλά θα το ευχαριστηθείς ή θα μπεις μέχρι τα γόνατα μέχρι που θα έρθει η ώρα που θα πρέπει να φύγεις. Πότε θα είσαι πιο κερδισμένος;

Δεν ξέρω γιατί την αγαπάω τόσο. Μάλλον οι αντιφάσεις της, αυτές είναι που με τραβάνε πάντα δίπλα της. Ένα άλλαγμα του αέρα και σε χρόνο μηδέν γίνεται φουρτουνιασμένη. Μάλλον έχουμε πολλά κοινά. Και εγώ αλλάζω συμπεριφορά πολύ απότομα, δεν ξέρω τι με πιάνει. Και πάντα βρίσκω παρηγοριά σε κάποια κοντινή παραλία, καθισμένη στην άμμο, να κοιτάω τα κύματα που περνάνε. Δε θα ξανάρθουν. Όπως και οι στιγμές μας που περνάνε.. Έχουμε κι άλλα κοινά, έχουμε ναι. Όταν φυσάει προς τα έξω, γίνεται βρώμικη, όλα τα άσχημα της βγαίνουν προς τα έξω. Χάνει την ομορφιά της. Άλλα ίσως έτσι είναι καλύτερα. Γιατί την επόμενη μέρα που έχουν φύγει αυτά τα άσχημα, είναι και πάλι ήρεμη. Έτσι είμαι και εγώ. Έχω τις φουρτούνες μου. Αν μπορείς να προβλέψεις στη "δήθεν" ηρεμία των ματιών μου την φουρτούνα που έρχεται, είμαι δικιά σου. Ρίξε μια πέτρα στο νερό για να ταράξεις τα ήρεμα νερά μου. Πάντα εκεί θα καταλήγω. Στη θάλασσα μου, καθισμένη στο διπλωμένο μπουφάν μου, να πετάω πέτρες στο βυθό για να ταράζω τα ήρεμα νερά.

http://www.youtube.com/watch?v=WtoZv8n-n1g

Τετάρτη 3 Οκτωβρίου 2012

Χωρίς οξυγόνο

Πόσο με εκνευρίζει η έλλειψη θάρρους μου. Ας είχα θάρρος και ας κατέληγε σε υπερβολικό θράσος. ΣΚΑΤΑ. Και τώρα τι; Τι κάνεις για αυτό; Πώς το αποκτάς; Θέλω να κλειστώ ανάμεσα σε τέσσερις τοίχους και να μην ξαναβρώ ποτέ τον εαυτό μου. Το πρόβλημά μου η υπερβολή μου λέει ένας από τους αγαπημένους μου στίχους. Ίσως είναι η βραδιά. Ίσως κουράστηκα πολύ. Ο θυμός και τα δάκρυα μου δεν έχουν στεγνώσει ακόμα. Μήπως είναι της στιγμής; Θα περάσει. Άλλα όταν ξαναγίνει, στο πολύ κοντινό μέλλον, δεν θα το αντέξω πάλι. Θα κλειστώ στον εαυτό μου και θα είμαι πάλι απότομη με τους γύρω μου; Για πόσο; Αυτοί φταίνε; Αυτοί ήταν η αφορμή. Ικανότητες, "το'χεις", "μπορείς", ταλέντα και μαλακίες. Απλούστατες μαλακίες. Αν άξιζα δεν θα ήμουν εδώ. Θα είχα φύγει. Θα είχα τα τέτοια και θα είχα φύγει, άλλα έμεινα και πήρα τα τέτοια. Ο,τι δίνεις παίρνεις; Μπορεί. Μπορεί να μην έδωσα τίποτα. Να ήταν μόνο η εικόνα. Και όλα τα υπόλοιπα; Συμπτώσεις; Χάνομαι πάλι απόψε και το σπίτι δε με χωράει. Τελειώνει το οξυγόνο. Αν είχα καπνό θα τέλειωνε και αυτός μαζί με εμένα..

Τρίτη 2 Οκτωβρίου 2012

Μα εμένα οι Κυριακές μ'αρέσουν. Οι πιο πολλοί τις μισούν και τις βρίσκουν υπερβολικά μελαγχολικές. Πώς δε βλέπουν την ομορφιά μέσα στη μελαγχολία; Εμένα οι Κυριακές μου μυρίζουν ζεστό καφέ. Μου θυμίζουν ομίχλη και κρύο, με φούτερ και κασκόλ ψάχνοντας κάθε τι που θα τις κάνει πιο μελαγχολικές. Μέσα στη μελαγχολία όλοι έχουν δικαίωμα στον έρωτα, στα όνειρα, στους φίλους, σε οποιοδήποτε συναίσθημα. Η μοναχική σου Κυριακή γίνεται σημαντικότερη από τον τρόπο που την σκέφτεσαι. Στη ζωή μαζεύω στιγμές, είναι το χόμπι μου. Οι περισσότεροι το κάνουν υποσυνείδητα. Πώς γίνεται λοιπόν να μη με ενθουσιάζουν οι στιγμές της Κυριακής; Η υπερβολική μοναξιά και κακία της που σου υπενθυμίζουν ότι πρέπει να ζεις δυνατά κάθε σου στιγμή;

Κυριακή 30 Σεπτεμβρίου 2012

Καλούπια

Οι άνθρωποι. Εγωιστές. Λευκοί, μαύροι, ωχροί, καλοφτιαγμένοι, αντιπαθητικοί, ευαίσθητοι, όμορφοι, αποκρουστικοί. Εγωιστές. Και τι θέλουν; Τι ψάχνουν; Γιατί μιλάνε δυνατά; Θα τους άκουγα και με πιο χαμηλή φωνή. Τι σημαίνει δεν έχουν μάθει να ακούν; Εγώ πώς έμαθα; Δεν ξέρω; Δεν ξέρω.

Αγαπούν να αυτοπεριορίζονται. Λατρεύουν να θέτουν όρια στον εαυτό τους γκρινιάζοντας για το πόσο δύσκολο είναι να μη τα ξεπεράσουν. Ξεπέρασε τα. Βάλε καινούργια. Σταμάτα να μιλάς τόσο δυνατά. Μάθε να ακούς. Κοίτα γύρω σου. Ψάξε τα ανεκπλήρωτα όνειρά σου. Είχες ποτέ όνειρα; Ψάξε τις χαμένες και σκονισμένες ιδεολογίες σου. Κοίτα δίπλα στα βιβλία σου, κάτω απο την εφήμερίδα μήπως κανένα πιστεύω σου ξέπεσε. Δίπλα απ'το σκισμένο σου τζιν βρήκα το καλούπι του χαρακτήρα σου. Είχε και ο πατέρας σου ένα τέτοιο στην ντουλάπα κάτω απο την αγαπημένη του γραβάτα. Είχε διαφορές προφανώς του πατέρα σου. Άλλα και των δυο σας είχε ένα κοινό. Όταν το υλικό πήξει δεν αλλάζει με τίποτα. Και δυστηχώς έπηξε πολύ γρήγορα. Που πήγαν οι εμπειρίες, οι άνθρωποι σας, οι τηλεόραση, η εφημερίδα, το σχολείο, η δουλειά; Που πήγαν όλοι οι παράγοντες που διαμόρφωναν το μη ανατρέψιμο καλούπι σας; Σπάστε τα καλούπια. Μόνο αυτό σας μένει. Φτιάξτε άλλα μόνοι σας. Μη σας το επιβάλλει κάποιος. Ποτέ δεν είναι αργά.

Γωνιά Ονείρων

Και θα περάσω όπως περνάνε όλοι. Μπορεί να αφήνω το σημάδι μου αλλά δεν έχω την κατάλληλη δύναμη για να χαράξω τα αρχικά μου πάνω σου. Δυο γράμματα. Κενό ψυχογράφημα. Τα πρέπει και τα θέλω ταυτίζονται. Είμαι ένα πρέπει που δε θα ταυτιστώ ποτέ με τα θέλω σου. Στιγμές στιγμές θα αναρωτιέμαι τι ζητάω απο εσένα και δε θα μου απαντάει κανείς. Δε θα ξέρω. Να φύγουμε. Να τους αφήσουμε όλους να "ζήσουν" εδώ και να φύγουμε. Όχι κάπου μακριά. Μέχρι τη γωνία των ονείρων μας. Μην πάρεις το αμάξι, θέλω να περπατήσω. Η διαδρομή είναι αυτό που μένει ως ανάμνηση. Βλέπεις τα χρώματα; Ψήσου να μου κρατάς το χέρι και να μετράμε όσα όμορφα πράγματα βλέπουμε. Τι έγινε; Γιατί σταματάς; Δε θα είναι εκεί για πάντα. Το ξέρεις. Μη φέυγεις. Αφού τους χαιρετήσαμε όλους. Έλα, σε λίγο θα είμαστε πίσω. Φεύγεις; Πάντα έφευγες. Γύρναγες να ζητήσεις φωτιά και πάλι μου γύρναγες την πλάτη σου. Απομακρυνόσουν. Και εγώ έμενα να μετράω πόσα όμορφα πράγματα έβλεπα. Αλλά ξαφνικά εξαφανιζόταν κάθε τι που πριν φάνταζε όμορφο. Στο δρόμο για τη γωνία των ονείρων μας ο ήλιος δε μας άφηνε στιγμή, ούτε τα γέλια των παιδιών που έπαιζαν μπροστά απο τους πολύχρωμους καταράχτες. Τα άπειρα λουλούδια έκαναν τον αέρα να μυρίζει υπέροχα. Και ο κόσμος, οι άνθρωποι, περπατούσαν όλοι αργά. Κανείς δεν έτρεχε. Πήγαιναν όλοι στη γωνιά των ονείρων τους με αργό και σταθερό βήμα. Έτσι όλα αυτά έμοιαζαν όμορφα στα μάτια μας. Τώρα που έφυγες τα βαρέθηκα, όλα. Μου φαίνονται ενοχλητικά και αποκρουστικά. Και μένω στον κόσμο όπου όλοι ψάχνουν τα όνειρα τους, ένα χέρι να με βοηθήσει να σηκωθώ και να βρω άλλα καινούργια πράγματα για να μετρήσω. Κάθε ένας που περνάει με πάει όλο και πιο κοντά στην γωνιά μου. Στη γωνιά των ονείρων μου.

Πέμπτη 27 Σεπτεμβρίου 2012

Περιμένω..

Μου έλειψες ξαφνικά. Περνούσα κάτω από το σπίτι σου και κάτι μου φώναζε να ανέβω. Η γειτονιά στο πόδι. Με κοιτούσαν λες κι έκανα έγκλημα. Μπορεί να κοιτούσα το μπαλκόνι σου για 5 λεπτά, μπορεί να ήταν και μισή ώρα τώρα που το σκέφτομαι. Πότε πότε κοίταζα τους περαστικούς που περνούσαν. Όχι λάθος, δεν ξεκόλλησα το βλέμμα μου από το παράθυρό σου. Και κάποια στιγμή τα πόδια μου κουράστηκαν, έκαιγαν, και έκατσα στο παγκάκι μας. Λάθος πάλι. Δεν έκατσα στιγμή, απλά στεκόμουν όρθια και περίμενα. Τι περίμενα; Δεν ήξερα. Και τα μάτια μου τα ανοιγόκλεινα, ναι το θυμάμαι, γιατί όταν τα αφήνω για πολλή ώρα ανοιχτά δακρύζουν, όπως και όλων των ανθρώπων. Κάτσε, πάλι λάθος; Τώρα που το σκέφτομαι, όχι. Δεν τα έκλεισα. Ούτε μια φορά. Δάκρυα δε βγήκαν. Με έχουν βαρεθεί πια. Τα κουράζω τελευταία. Άλλα δεν τα έκλεισα. Μισή ώρα ανοιχτά, ή μήπως μια; Περίμενα. Τι περίμενα; Δεν ήξερα. Η μήπως ήξερα; Δεν ήθελα να το παραδεχτώ. Ή απλά δεν ήθελα να βάλω ταμπέλα στην προσμονή μου; Περίμενα πολλά. Δε βγήκες. Ποτέ δεν έβγαινες. Πάντα στεκόμουν δίπλα στο παγκάκι μας περιμένοντας να φανείς. Φοβάσαι, πάντα φοβόσουν. Φοβόσουν τα μάτια μου. Αυτά που θα σου έλεγαν. Αυτά δε σου έκρυψαν ποτέ ο,τι σου έκρυψα εγώ. Αυτά στα έλεγαν όλα. Και εσύ τα άκουγες. Χρόνος παρελθοντικός και μη επιστρέψιμος. Δεν ακούς πια. Δε μπορείς, δε θέλεις, δεν αντέχεις, δε τα καταφέρνεις, δε συνήθισες. Αυτό, αυτό το τελευταίο ήταν το θέμα σου. Ποτέ σου δεν με συνήθισες. Ποτέ σου δε με έμαθες. Ποτέ. Όλα είναι μια συνήθεια λένε. Και τώρα που είσαι; Δεν θα βγεις στο μπαλκόνι. Και αύριο εκεί θα είμαι. Όρθια, με τα πόδια μου και τα μάτια μου να καίνε. Αλλά εγώ θα περιμένω. Τι; Δε θα ξέρω... Δεν θα θέλω να ξέρω.

Τετάρτη 26 Σεπτεμβρίου 2012

Αυτό είναι όλα τελικά; Μια λάμψη και ένας κρότος του "είναι" μας στη επιφάνεια μιας ξεχασμένης θαμπής θάλασσας; Σαν να συζητούν δυο φίλοι τα νέα τους και να λένε "Να ρε, χθες άνοιξα την ψυχή μου σε έναν περαστικό, του είπα "Καλημέρα, είσαι καλά;". Μου είπε το πρόβλημά του και έδειξα να τον καταλαβαίνω, κούνησα καταφατικά και το κεφάλι μου. Του είπα και εγώ ότι με απέλυσαν, έδειξε να πονάει για τον πόνο μου. Του ευχήθηκα να έχει μια καλή μέρα. Μου χαμογέλασε, καιρό έχουν να μου χαμογελάσουν έτσι." Αυτό είναι παραδέξου το. Όλοι θέλουν κάποιον που να νοιάζεται για αυτούς. Ενώ ξέρουν ότι γρήγορα ο άλλος θα ξεχάσει το πρόβλημά σου, το συναίσθημα που έβγαλες από μέσα σου όταν του το είπες, το βλέμμα που περίμενε ανταπόκριση κολλημένο πάνω τους, την ψιθυριστή κραυγή σου. Τίποτα. Αυτό είναι που τους μένει. Το αγαπημένο σε όλους "τίποτα". Διευκολύνει άπειρα πολλές καταστάσεις το "τίποτα".